Υποστήριξη Διδασκαλίας Ευγενίας Πρεβεδούρου

Φροντιστηριακό μάθημα στο Γενικό Διοικητικό Δίκαιο (2-3-2018)

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

Α. Στο άρθρο 11 του ν. 2837/2000 (ΦΕΚ Α’ 178) καθορίζεται αφενός το γενικό πλαίσιο λειτουργίας των σχολών ξεναγών, με την υπαγωγή τους στο Ν.Π.Δ.Δ. “Σχολές Τουριστικής Εκπαίδευσης” και προβλέπεται αφετέρου η φοίτηση στις εν λόγω σχολές ως προϋπόθεση για την άσκηση του επαγγέλματος του ξεναγού. Ειδικότερα, ορίζεται, μεταξύ άλλων ότι  “…. 1. Η Σχολή Τουριστικών Επαγγελμάτων, νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με έδρα την Αθήνα, μετονομάζεται σε “Σχολές Τουριστικής Εκπαίδευσης”. …………………..6. α)  Δύο μήνες μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος οι Σχολές Ξεναγών του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού (Ε.Ο.Τ.) μεταφέρονται στις Σχολές Τουριστικής Εκπαίδευσης. …………ε) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης  και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων ρυθμίζονται θέματα που αφορούν τις Σχολές Ξεναγών ιδίως δε το πρόγραμμα σπουδών, τη διάρκεια φοίτησης, τον τρόπο εισαγωγής στις σχολές”.

Βάσει της διάταξης αυτής εκδόθηκε η Τ/7662/17.10.2002 Απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων με τίτλο “Τροποποίηση Κανονισμού Λειτουργίας Σχολών Ξεναγών” (ΦΕΚ Β’ 1375/25.10.2002).Με την απόφαση αυτή ρυθμίσθηκαν τα θέματα που αναφέρονται ρητώς στην ως άνω νομοθετική διάταξη (διάρκεια φοίτησης, τρόπος εισαγωγής στις σχολές, πρόγραμμα σπουδών), καθώς και άλλα θέματα όπως τα σχετικά με τη σύνθεση του διδακτικού και διοικητικού προσωπικού.

Το Σωματείο με την επωνυμία “Πανελλήνια Ομοσπονδία Ξεναγών” άσκησε στο Συμβούλιο της Επικρατείας αίτηση ακύρωσης κατά της  Τ/7662/17.10.2002  απόφασης των Υπουργών Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, προβάλλοντας τα ακόλουθα επιχειρήματα: (α) Η προσβαλλόμενη πράξη είναι παράνομη διότι εκδόθηκε καθ’υπέρβαση της εξουσιοδότησης.

(β) Η προσβαλλόμενη πράξη είναι παράνομη διότι η εξουσιοδότηση βάσει της οποίας εκδόθηκε αντίκειται στο Σύνταγμα.

Ερωτήματα: 1) Ποια η νομική φύση της προσβαλλόμενης πράξης;

2) Ευσταθούν οι ισχυρισμοί του αιτουμένου την ακύρωση σωματείου;

  

Β. Με την από από 3.12.1998 προκήρυξη της Γενικής Συνέλευσης του Τμήματος Νοσηλευτικής του Πανεπιστημίου Αθηνών (ΦΕΚ 71/17.12.1998), προκηρύχθηκε θέση αναπληρωτή καθηγητή με γνωστικό αντικείμενο «Φυσιολογία» στον Τομέα Βασικών και Ανθρωπιστικών Σπουδών του ίδιου ως άνω Τμήματος. Στη συνέχεια, με την από 12-2-1999 απόφαση της Γενικής Συνέλευσης συγκροτήθηκε το οικείο εκλεκτορικό σώμα, το οποίο όρισε με την από 20-3-1999 απόφασή του τριμελή εισηγητική επιτροπή. Στην παρ. 1 του άρθρου 6 περ. Γ’ (πρώην περ. Ε’) του ν. 2083/1992 (Α’ 159) ορίζεται ότι : το εκλεκτορικό σώμα « ορίζει τριμελή εισηγητική επιτροπή από μέλη Δ.Ε.Π. του ίδιου γνωστικού αντικειμένου, τα οποία μπορούν να έχουν την ιδιότητα του εκλέκτορα . . . Αν δεν υπάρχουν ή δεν επαρκούν μέλη Δ.Ε.Π. του Τμήματος του ίδιου γνωστικού αντικειμένου, η τριμελής εισηγητική επιτροπή συγκροτείται από μέλη Δ.Ε.Π. του ίδιου γνωστικού αντικειμένου άλλου Τμήματος ή Σχολής του ίδιου ή άλλου Α.Ε.Ι. και αν δεν υπάρχουν τέτοια μέλη Δ.Ε.Π. ή δεν επαρκούν, η τριμελής εισηγητική επιτροπή συγκροτείται από μέλη Δ.Ε.Π. του συγγενέστερου γνωστικού αντικειμένου του Τμήματος και στη συνέχεια άλλου Τμήματος ή Σχολής του ίδιου ή άλλου Α.Ε.Ι.».

Ο Α υπέβαλε αίτηση με όλα τα εκ του νόμου απαιτούμενα δικαιολογητικά. Ωστόσο, στις 15.4.1999 η εισηγητική επιτροπή υπέβαλε στη Γενική Συνέλευση του Τμήματος έκθεση με αιτιολογημένη αξιολόγηση του έργου και της προσωπικότητας των υποψηφίων, σύμφωνα με την οποία υπερέχει ο υποψήφιος Β. Σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις, βάσει της εν λόγω εισηγητικής έκθεσης, ο υποψήφιος Β εξελέγη στα πλαίσια κοινής συνεδριάσεως της γενικής συνέλευσης και του εκλεκτορικού σώματος. Στη συνέχεια η διαδικασία ολοκληρώθηκε με την πράξη του Πρύτανη περί διορισμού του εκλεγέντος.

Ο Α θεωρεί ότι η εκλογή του Β κατά παράλειψη του ιδίου είναι παράνομη, διότι το εκλεκτορικό σώμα όρισε ως μέλη της εισηγητικής επιτροπής μέλη Δ.Ε.Π. με συγγενές και όχι ίδιο γνωστικό αντικείμενο, παρά το γεγονός ότι υπήρχαν μέλη ΔΕΠ με ίδιο γνωστικό αντικείμενο με αυτό της υπό πλήρωση θέσης σε άλλα Τμήματα του ίδιου Α.Ε.Ι. καθώς και σε άλλα Α.Ε.Ι..

1) Ποια είναι η νομική φύση των αναφερόμενων πράξεων;

2) Ευσταθεί οι ισχυρισμός του Α;

3) Μπορεί να προβάλει ο Α τον εν λόγω ισχυρισμό παρά το γεγονός ότι έχει ήδη εκδοθεί η απόφαση του Πρύτανη;        

 

Γραπτές εξετάσεις στο Γενικό Διοικητικό Δίκαιο(15 Φεβρουαρίου 2013) 

Πρακτικό

Ο νόμος για τη διοικητική και οργανωτική μεταρρύθμιση του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης προέβλεψε, μεταξύ άλλων, τη σύσταση Ταμείου Πρόνοιας Ιδιωτικού Τομέα (ΤΑΠΙΤ), με έδρα την Αθήνα, το οποίο τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας. Σκοπός του ΤΑΠΙΤ είναι η καταβολή εφάπαξ βοηθήματος από τα ταμεία προνοίας που εντάχθηκαν στον εν λόγω νέο φορέα, στους ασφαλισμένους τους ή στα μέλη της οικογένειάς τους σε περίπτωση θανάτου τους. Το ΤΑΠΙΤ διοικείται από ενδεκαμελές (11) Διοικητικό Συμβούλιο που αποτελείται από: α) Τον Πρόεδρο, με τον αναπληρωτή του. β) Οκτώ (8) εκπροσώπους των ασφαλισμένων … με τους αναπληρωτές τους. γ) Εναν (1) υπάλληλο της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας … με τον αναπληρωτή του. δ) Εναν (1) ειδικό επιστήμονα με προσόντα ανάλογα του Προέδρου, με τον αναπληρωτή του. Ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου είναι πλήρους απασχόλησης, διορίζεται μετά από γνώμη της αρμόδιας Επιτροπής της Βουλής (άρθρ. 49 Α του Κώδικα Κανονισμού Εργασιών της Βουλής) με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, με τριετή θητεία, δυνάμενη να ανανεωθεί έως δύο φορές.Με την από 29.9.2008 απόφαση της Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, ο Α διορίσθηκε ως Πρόεδρος του ΔΣ του ΤΑΠΙΤ. Με την από 6.5.2009 πράξη της ιδίας Υπουργού, αποφασίστηκε η παύση του Α από την ανωτέρω θέση, με την αιτιολογία ότι: «κατά την άσκηση των καθηκόντων του ο Α δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις υλοποίησης των κατά νόμο στόχων του Ταμείου και ειδικότερα: α) στην έκδοση Κανονισμού Οικονομικής Οργάνωσης και Λειτουργίας του Ταμείου, όπως προβλέπει ο νόμος, β) στην έγκαιρη υποβολή προϋπολογισμού έτους 2009 και ισολογισμών για τις παρελθούσες οικονομικές χρήσεις, γ) στην είσπραξη πόρων του Ταμείου. … Κατά την άσκηση των καθηκόντων του δεν επέδειξε την απαιτούμενη διορατικότητα και εγρήγορση, για την έγκαιρη και αποτελεσματική επίλυση ανακυπτόντων θεμάτων».

Ο Α ισχυρίζεται ότι η απόφαση περί παύσης του είναι παράνομη, διότι α) δυνατότητα παύσης δεν προβλέπεται ειδικά στον νόμο περί σύστασης του ΤΑΠΙΤ και, επιπλέον, αντίκειται στο άρθρο 103 παρ. 4 του Συντάγματος, β) για την έκδοσή της, η Διοίκηση δεν τήρησε τη διαγραφόμενη στο άρθρο 49Α του Κανονισμού της Βουλής διαδικασία, την οποία είχε τηρήσει για τον διορισμό του, γ) εκδόθηκε κατά παράβαση των γενικών αρχών του διοικητικού δικαίου περί ανάκλησης των διοικητικών πράξεων και δ) ο Α δεν εκλήθη σε προηγούμενη ακρόαση.

Ερωτάται:

  1. Ποιά η νομική φύση του ΤΑΠΙΤ;
  2. Ευσταθούν οι ισχυρισμοί του Α;

Για να κάνουμε την εμπειρία πλοήγησής σου καλύτερη, χρησιμοποιούμε cookies. περισσότερα

Για να σας παρέχουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία πλοήγησης στη σελίδα μας χρησιμοποιούμε cookies. Αν συνεχίσετε να πλοηγείστε στην ιστοσελίδα μας χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις σας για τα cookies, ή πατήσετε στο κουμπί "Αποδοχή" παρακάτω, σημαίνει πως δίνετε τη συναίνεσή σας για αυτό.

Κλείσιμο