Κανονιστική αρμοδιότητα του ΔΣ του Οργανισμού Λιμένος Ελευσίνας ΑΕ: Aπόφαση ΣτΕ 746/2024 (Σύνθεση Δημοσίου Δικαίου της 8ης Μαΐου 2025)

Κανονιστική αρμοδιότητα του ΔΣ του Οργανισμού Λιμένος Ελευσίνας ΑΕ: Aπόφαση ΣτΕ 746/2024 (Σύνθεση Δημοσίου Δικαίου της 8ης Μαΐου 2025)

Με την απόφαση ΣτΕ 746/2024 που αφορά τον Οργανισμό Λιμένος Ελευσίνας (όμοια και η ΣτΕ 745/2024 που αφορά τον Οργανισμό Λιμένος Ηγουμενίτσας), το Δ΄Τμήμα δέχθηκε την κανονιστική αρμοδιότητα του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Λιμένος Ελευσίνας, δηλαδή ενός ΝΠΙΔ, συμπληρώνοντας την μέχρι τούδε νομολογία του για τα νομικά πρόσωπα διφυούς χαρακτήρα, η οποία αφορούσε, κυρίως, την έκδοση είτε ατομικών διοικητικών πράξεων από ΝΠΙΔ είτε διακηρύξεων για τη διενέργεια διαγωνισμών με σκοπό την κατάρτιση συμβάσεων παραχώρησης σε ιδιώτες της διαχείρισης τμημάτων λιμένων. Με την προσβαλλόμενη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ο.Λ.Ελ. Α.Ε. ρυθμίζεται, κατ’ επίκληση των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/352, ο τρόπος διαχείρισης κοινοχρήστων χώρων του λιμένα Ελευσίνας, όσον αφορά την παροχή της λιμενικής υπηρεσίας της συλλογής και απομάκρυνσης των αποβλήτων πλοίων και καταλοίπων φορτίου, προκρίνεται δε ειδικότερα το κατά τα άρθρα 3 παρ. 1 περ. β και 6 του Κανονισμού αυτού μοντέλο του περιορισμού του αριθμού των παρόχων σε έναν, ανά κατηγορία αποβλήτων, για λόγους αναγόμενους στην ασφάλεια και την περιβαλλοντική βιωσιμότητα της παροχής της εν λόγω υπηρεσίας. «Η πράξη αυτή έχει εκδοθεί από όργανο διοίκησης του Οργανισμού Λιμένα που λειτουργεί με τη μορφή ανώνυμης εταιρείας, κατ’ ενάσκηση όμως δημόσιας εξουσίας και για την εξυπηρέτηση δημόσιου σκοπού που συνίσταται στην ορθολογική οργάνωση των λιμενικών υπηρεσιών χάριν της αποτελεσματικής χρήσης και λειτουργίας του διευρωπαϊκού δικτύου μεταφορών και της εσωτερικής αγοράς, με κριτήρια αναγόμενα στην ασφάλεια, την προστασία και την περιβαλλοντική βιωσιμότητα της παροχής των υπηρεσιών αυτών (πρβ. Σ.τ.Ε. 2392/2020, 2080/2018, 1457/2018, 99/2002) και, επομένως, έχει κανονιστικό χαρακτήρα». Η προσβαλλόμενη κανονιστική πράξη θέτει αυτοτελώς το ρυθμιστικό πλαίσιο για την παροχή των υπηρεσιών και δεν εντάσσεται στη διαδικασία του διαγωνισμού που ακολουθεί για την επιλογή του παρόχου και τη σύναψη της οικείας σύμβασης μεταξύ του Οργανισμού Λιμένα και του παρόχου λιμενικής υπηρεσίας. Περαιτέρω, το Δικαστήριο διευκρίνισε και τον τρόπο δημοσίευσης των πράξεων αυτών, λαμβανομένου υπόψη ότι η δημοσίευση –με τον ενδεδειγμένο κατά περίπτωση και νομοθετικά ρυθμισμένο τρόπο– είναι στοιχείο του υποστατού κάθε κανονιστικής πράξης. Θα ήταν ενδιαφέρον, πάντως, να μελετηθούν οι αποφάσεις ΣτΕ 745 και 746/2024 σε συνδυασμό με τις αποφάσεις ΣτΕ Ολ 1076-1081/2019 που αφορούν τον Οργανισμό Λιμένος Πειραιώς (ΟΛΠ ΑΕ). Με τις αποφάσεις εκείνες κρίθηκε ότι η ανάληψη του ελέγχου της ΟΛΠ ΑΕ από ιδιώτη επενδυτή [Cosco Group (Hong Kong) Limited] και η εφεξής απώλεια του χαρακτήρα της ως ΝΠΙΔ διφυούς χαρακτήρα (δημόσια επιχείρηση) με την απάλειψη από την από 13.2.2002 σύμβαση παραχώρησης με το Ελληνικό Δημόσιο των εμπεριεχουσών ενάσκηση δημοσίας εξουσίας διατάξεων, η διατήρηση των οποίων παρίστατο μη συμβατή με τη μετατροπή της εν λόγω εταιρείας σε συνηθισμένη Α.Ε. με αμιγώς επιχειρηματικό χαρακτήρα, είχε ως συνέπεια ότι δεν μπορούσε να έχει πλέον την ιδιότητα του αναθέτοντος φορέα.  Σε αντίθεση με άλλους Οργανισμούς Λιμένων, που είναι επίσης ΝΠΙΔ, η Ο.Λ.Π. Α.Ε. δύναται να προκηρύττει διαγωνισμούς και να αναθέτει συμβάσεις έργων ως ιδιωτικές συμβάσεις, χωρίς να υποχρεούται να ακολουθεί τυπικές διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων.  Επομένως, οποιαδήποτε διαφορά από τις διαδικασίες αυτές όπως και ο έλεγχος σχετικού διαγωνισμού, αναφορικά με την τήρηση των αρχών της διαφάνειας, της δημοσιότητας, της ίσης μεταχείρισης και της απαγόρευσης διάκρισης, υπάγεται στη δικαιοδοσία του αρμόδιου πολιτικού δικαστηρίου.

Η απόφαση ΣτΕ 746/2024 έχει ενδιαφέρον διότι υιοθετεί τα κριτήρια βάσει των οποίων ανώτατο δικαστήριο κράτους μέλους δεν έχει υποχρέωση υποβολής προδικαστικής παραπομπής στο ΔΕΕ για την ερμηνεία κανόνων του ενωσιακού δικαίου [πρόκειται για την απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 6.10.2021 επί της υποθέσεως C-561/19, Consorzio Italian Management, με την οποία υιοθετήθηκαν και εξειδικεύτηκαν τα κριτήρια που είχαν διατυπωθεί με την απόφασή του της 6.10.1982 C-283/81, Srl CILFIT όσον αφορά τις περιπτώσεις στις οποίες τα εθνικά δικαστήρια τελευταίου βαθμού δικαιοδοσίας απαλλάσσονται από την υποχρέωση προδικαστικής παραπομπής). Επίσης περιέχει σημαντικές σκέψεις για τη διάκριση των διαφορών σε διοικητικές και ιδιωτικές, για την έννοια της διοικητικής σύμβασης και για την έννοια της δημόσιας υπηρεσίας υπό το πρίσμα του ενωσιακού δικαίου.

 

ΣτΕ 746/2024

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ (ΤΜΗΜΑ Δ΄)

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 28 Μαρτίου 2023, με την εξής σύνθεση: Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Δ΄ Τμήματος, Μαρίνα Παπαδοπούλου, Όλγα Ζύγουρα, Ηλίας Μάζος, Χριστίνα Σιταρά, Σύμβουλοι, Ιωάννης Παπαγιάννης, Κωνσταντίνα Σκούρα, Πάρεδροι. Γραμματέας η Ιωάννα Παπαχαραλάμπους, Γραμματέας του Δ΄ Τμήματος.

Για να δικάσει την από 19 Μαρτίου 2021 αίτηση:

της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Τ. Π. Π. Α.Ε.», …,

κατά της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Οργανισμός Λιμένος Ελευσίνας Α.Ε.» (Ο.Λ.Ε. Α.Ε.), που εδρεύει στην Ελευσίνα Αττικής (Δραγούμη 24), …,

και κατά των παρεμβαινουσών: 1. εταιρείας με την επωνυμία «A. …» … και 2. ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «H….»….

Με την αίτηση αυτή η αιτούσα εταιρεία επιδιώκει να ακυρωθούν: 

1. η υπ’ αριθμ. 352/29.12.2020 (θέμα 21ο) απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Λιμένος Ελευσίνας, 2. η υπ’ αριθμ. 3/3257/26.2.2021 απόφαση του ίδιου ως άνω Διοικητικού Συμβουλίου και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Συμβούλου Μαρίνας Παπαδοπούλου.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι

Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α

Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο ν Ν ό μ ο

1. ….

2. Επειδή, με την αίτηση αυτή, όπως συμπληρώθηκε με το από 10.3.2023 δικόγραφο προσθέτων λόγων, ζητείται η ακύρωση της 352/29.12.2020 απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου (θέμα 21ο) της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Οργανισμός Λιμένος Ελευσίνας Α.Ε. (Ο.Λ.Ε. Α.Ε.)», με την οποία αποφασίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 4 του Κανονισμού 2017/352 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, ο καθορισμός ελάχιστων απαιτήσεων για την παροχή της λιμενικής υπηρεσίας διαχείρισης και απομάκρυνσης υγρών και στερεών καταλοίπων και αποβλήτων πλοίων που καταπλέουν στις λιμενικές εγκαταστάσεις αρμοδιότητας του παραπάνω Οργανισμού, με την «Έγκριση ελαχίστων απαιτήσεων δραστηριοποιούμενων παρόχων». Ζητείται επίσης η ακύρωση της 357/26.2.2021 απόφασης του ίδιου οργάνου της Ο.Λ.Ε. Α.Ε. (θέμα 3ο) για την «Έγκριση όρων Πρόσκλησης Δραστηριοποίησης Παρόχων για την παροχή της λιμενικής υπηρεσίας διαχείρισης και απομάκρυνσης υγρών και στερεών καταλοίπων και αποβλήτων πλοίων που καταπλέουν στις λιμενικές εγκαταστάσεις αρμοδιότητας του Ο.Λ.Ε. κατά τον ΕΚ 352/2017» και την «Έγκριση της διευκρίνισης και εν συνεχεία δημοσίευσης και ανάρτησης, του τρόπου απόδειξης της ελάχιστης απαίτησης χρηματοοικονομικής επάρκειας υποψηφίων παρόχων, σε συνέχεια της με αριθμό 352/29-12-2020 απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου Ο.Λ.Ε. Α.Ε.».

3. Επειδή, η υπόθεση εισήχθη λόγω σπουδαιότητας στην επταμελή σύνθεση του Τμήματος του Δικαστηρίου με την από 4.5.2022 πράξη της Προέδρου του Δ΄ Τμήματος (άρθρο 14 παρ. 5 εδάφιο πρώτο του π.δ. 18/1989, Α΄ 8).

4. Επειδή, στη δίκη παρεμβαίνουν με έννομο συμφέρον και εν γένει παραδεκτώς υπέρ του κύρους των προσβαλλόμενων πράξεων οι δραστηριοποιούμενες στις επίμαχες λιμενικές υπηρεσίες εταιρείες και συγκεκριμένα, α) η εταιρεία με την επωνυμία «A. …», η οποία υπέβαλε αίτηση δραστηριοποίησης στην Ο.Λ.Ε. Α.Ε. για την υπηρεσία διαχείρισης και απομάκρυνσης των στερεών καταλοίπων και αποβλήτων πλοίων και της οποίας η αίτηση έγινε δεκτή, ακολούθησε δε η υπογραφή μεταξύ αυτής και του Οργανισμού της από 29.12.2022 σύμβασης και β) με το με αριθ. κατάθ.: 16/16.2.2023 δικόγραφο η εταιρεία με την επωνυμία «Η….», η οποία υπέβαλε αίτημα δραστηριοποίησης για την υπηρεσία διαχείρισης και απομάκρυνσης των υγρών καταλοίπων και της οποίας η αίτηση έγινε ομοίως δεκτή, ακολούθησε δε η υπογραφή της από 30.9.2022 σύμβασης μεταξύ αυτής και του Οργανισμού.

Πρόσθετοι λόγοι

5. Επειδή, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 25 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8) «Επιτρέπεται η υποβολή πρόσθετων λόγων με δικόγραφο που κατατίθεται σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 19 παρ. 1 και κοινοποιείται, επί ποινή απαραδέκτου, δεκαπέντε τουλάχιστον πλήρεις ημέρες πριν από τη συζήτηση, με επιμέλεια εκείνου που άσκησε το ένδικο μέσο. Η κοινοποίηση γίνεται με επίδοση κυρωμένου αντιγράφου σε όσους κοινοποιείται το ένδικο μέσον κατά το άρθρο 21 και σε εκείνους που ήδη έχουν ασκήσει παρέμβαση. Η παράγραφος 6 του άρθρου 21 έχει εφαρμογή και στην περίπτωση αυτή», σύμφωνα δε με την παρ. 6 του άρθρου 21 του ίδιου προεδρικού διατάγματος «Κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, αν οι διάδικοι παρίστανται και δεν αντιλέγουν, το Δικαστήριο χωρεί στη συζήτηση της υπόθεσης ακόμη και αν δεν έχουν τηρηθεί ως προς αυτούς οι διατάξεις του παρόντος άρθρου για τις κοινοποιήσεις». Στην προκείμενη περίπτωση, το από 10.3.2023 δικόγραφο των προσθέτων λόγων κατατέθηκε μεν στη Γραμματεία του Συμβουλίου της Επικρατείας εμπροθέσμως στις 10.3.2023 (με αριθ. κατάθ: 163), ήτοι δεκαπέντε τουλάχιστον πλήρεις ημέρες πριν από τη συζήτηση της υπόθεσης, όμως δεν κοινοποιήθηκε με επιμέλεια της αιτούσας στις παρεμβαίνουσες εταιρείες, οι οποίες ήδη είχαν ασκήσει παρέμβαση υπέρ της διατήρησης της ισχύος των προσβαλλόμενων πράξεων κατά τον χρόνο κατάθεσης του δικογράφου αυτού στο Δικαστήριο. Δεδομένου δε ότι οι παρεμβαίνουσες παρέστησαν στο ακροατήριο και αντέλεξαν, το δικόγραφο πρόσθετων λόγων πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτο, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 25 παρ. 1 και 21 παρ. 6 του π.δ. 18/1989.

Κανονισμός (ΕΕ) 2017/352 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2017 «για τη θέσπιση πλαισίου όσον αφορά την παροχή λιμενικών υπηρεσιών και κοινών κανόνων για τη χρηματοοικονομική διαφάνεια των λιμένων» – Άμεση ισχύς έναντι εθνικής νομοθεσίας

6. Επειδή, οι προσβαλλόμενες πράξεις έχουν εκδοθεί κατ’ εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/352 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2017 «για τη θέσπιση πλαισίου όσον αφορά την παροχή λιμενικών υπηρεσιών και κοινών κανόνων για τη χρηματοοικονομική διαφάνεια των λιμένων» (L 57/ 3.3.2017), ο οποίος έχει άμεση ισχύ χωρίς να απαιτείται εισαγωγή του στην εσωτερική νομοθεσία, υπερέχει δε των κοινών νόμων και διοικητικών πράξεων κάθε φύσεως (κανονιστικών ή ατομικών). Στο προοίμιο του Κανονισμού αυτού αναφέρονται τα ακόλουθα: «(1) Η πλήρης ενσωμάτωση των λιμένων σε αλυσίδες αδιάκοπης μεταφοράς και εφοδιαστικής ροής είναι απαραίτητη στην ανάπτυξη και αποτελεσματικότερη χρήση και λειτουργία του διευρωπαϊκού δικτύου μεταφορών και της εσωτερικής αγοράς … (2) … (4) Η διευκόλυνση της πρόσβασης στην αγορά λιμενικών υπηρεσιών και η εισαγωγή χρηματοοικονομικής διαφάνειας και αυτονομίας των θαλάσσιων λιμένων θα βελτιώσουν την ποιότητα και αποδοτικότητα των υπηρεσιών που παρέχονται στους χρήστες του λιμένα και θα συμβάλουν στη δημιουργία ενός κλίματος ευνοϊκότερου για επενδύσεις στους λιμένες. Με αυτόν τον τρόπο θα συμβάλουν στη μείωση του κόστους για τους χρήστες των μεταφορών, στην προώθηση θαλάσσιων μεταφορών μικρών αποστάσεων και στον καλύτερο συνδυασμό των θαλάσσιων μεταφορών με τις σιδηροδρομικές, εσωτερικές πλωτές και οδικές μεταφορές. (5) … (10) Ο παρών κανονισμός δεν επιβάλλει κάποιο ειδικό μοντέλο για τη διαχείριση των θαλάσσιων λιμένων και δεν επηρεάζει με κανέναν τρόπο την αρμοδιότητα των κρατών μελών να παρέχουν, σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ένωσης, μη οικονομικές υπηρεσίες γενικού συμφέροντος. Μπορούν να υπάρξουν διάφορα μοντέλα διαχείρισης των λιμένων, με την προϋπόθεση της τήρησης του πλαισίου για την παροχή λιμενικών υπηρεσιών και των κοινών κανόνων περί χρηματοοικονομικής διαφάνειας που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό. (11) Σύμφωνα με τις γενικές αρχές που προβλέπουν οι Συνθήκες, οι πάροχοι λιμενικών υπηρεσιών θα πρέπει να είναι ελεύθεροι να παράσχουν τις υπηρεσίες τους σε θαλάσσιους λιμένες που εμπίπτουν στον παρόντα κανονισμό. Ωστόσο, θα πρέπει να υπάρχει δυνατότητα η εν λόγω ελευθερία να ασκείται υπό ορισμένους όρους. (12) … (13) Χάριν αποτελεσματικής, ασφαλούς και περιβαλλοντικά ορθής λιμενικής διαχείρισης, ο διαχειριστικός φορέας του λιμένα ή η αρμόδια αρχή θα πρέπει να είναι σε θέση να απαιτεί από τους παρόχους λιμενικών υπηρεσιών να είναι σε θέση να αποδείξουν ότι πληρούν τις ελάχιστες απαιτήσεις για τη δέουσα εκτέλεση της υπηρεσίας. Οι ελάχιστες αυτές απαιτήσεις θα πρέπει να περιορίζονται σε μια σαφώς προσδιορισμένη δέσμη προϋποθέσεων, εφόσον οι απαιτήσεις αυτές είναι διαφανείς, αντικειμενικές, δεν εισάγουν διακρίσεις, είναι αναλογικές και σχετικές με την παροχή της λιμενικής υπηρεσίας. Σύμφωνα με τους γενικούς στόχους του παρόντος κανονισμού, οι ελάχιστες απαιτήσεις θα πρέπει να συμβάλλουν στην υψηλή ποιότητα των λιμενικών υπηρεσιών και δεν θα πρέπει να δημιουργούν εμπόδια στην αγορά. (14) … (18) Όπου απαιτείται συμμόρφωση με ελάχιστες απαιτήσεις, η διαδικασία για τη χορήγηση του δικαιώματος παροχής λιμενικών υπηρεσιών θα πρέπει να είναι διαφανής, αντικειμενική, να μην εισάγει διακρίσεις και να είναι αναλογική, και να επιτρέπει στους παρόχους λιμενικών υπηρεσιών να ξεκινούν έγκαιρα την παροχή των λιμενικών τους υπηρεσιών. (19) Επειδή οι λιμένες αποτελούνται από περιορισμένες γεωγραφικές περιοχές, ο αριθμός των παρόχων λιμενικών υπηρεσιών θα μπορούσε, σε ορισμένες περιπτώσεις, να υπόκειται σε περιορισμούς που σχετίζονται με τη σπανιότητα της γης ή της παράκτιας ζώνης, τα χαρακτηριστικά των λιμενικών υποδομών ή τη φύση της λιμενικής κυκλοφορίας ή την ανάγκη να εξασφαλίζονται η ασφάλεια, η προστασία και η περιβαλλοντική βιωσιμότητα των λιμενικών εργασιών. (20) Κάθε περιορισμός του αριθμού των παρόχων λιμενικών υπηρεσιών θα πρέπει να αιτιολογείται με σαφείς και αντικειμενικούς λόγους και να μην δημιουργεί δυσανάλογα εμπόδια στην αγορά. (21) Ο διαχειριστικός φορέας του λιμένα ή η αρμόδια αρχή θα πρέπει να δημοσιεύουν, μεταξύ άλλων στο διαδίκτυο και, κατά περίπτωση, στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την πρόθεσή τους να κινήσουν διαδικασία επιλογής για την παροχή λιμενικής υπηρεσίας. Τέτοια δημοσίευση θα πρέπει να περιέχει πληροφορίες για τη διαδικασία επιλογής, την προθεσμία υποβολής προσφορών, τα σχετικά κριτήρια ανάθεσης καθώς και για το πώς μπορεί κανείς να έχει πρόσβαση στα συναφή έγγραφα που απαιτούνται για τη σύνταξη της αίτησης. (22) … (23) Ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να θίγει το δικαίωμα των κρατών μελών να επιβάλλουν υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας σε σχέση με τις λιμενικές υπηρεσίες. (24) … (26) Εάν δεν ισχύει παρέκκλιση ανταγωνιστικής αγοράς, κάθε πρόθεση να περιοριστεί ο αριθμός των παρόχων λιμενικών υπηρεσιών θα πρέπει να δημοσιεύεται εκ των προτέρων από τον διαχειριστικό φορέα του λιμένα ή την αρμόδια αρχή και να δικαιολογείται πλήρως, προκειμένου να παρέχεται στα ενδιαφερόμενα μέρη η δυνατότητα να διατυπώσουν παρατηρήσεις. … (28) Η δυνατότητα επιβολής ελάχιστων απαιτήσεων και περιορισμού του αριθμού των παρόχων λιμενικών υπηρεσιών που συνεχίζουν να διαθέτουν τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να τα εμποδίζει να εξασφαλίζουν απεριόριστη ελευθερία παροχής υπηρεσιών στους λιμένες τους. (29) Η διαδικασία επιλογής παρόχων λιμενικών υπηρεσιών και τα αποτελέσματά της θα πρέπει να δημοσιοποιούνται και να μην εισάγουν διακρίσεις, να είναι δε διαφανή και προσβάσιμα σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη. (30) Η προσφυγή σε υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας οι οποίες οδηγούν σε περιορισμό του αριθμού των παρόχων λιμενικών υπηρεσιών θα πρέπει να δικαιολογείται μόνο από λόγους δημοσίου συμφέροντος, προκειμένου να διασφαλίζονται η πρόσβαση όλων των χρηστών στη λιμενική υπηρεσία, η διαθεσιμότητα της λιμενικής υπηρεσίας καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, η οικονομική προσιτότητα της λιμενικής υπηρεσίας σε μια συγκεκριμένη κατηγορία χρηστών, η ασφάλεια, προστασία ή περιβαλλοντική βιωσιμότητα των λιμενικών υπηρεσιών και η εδαφική συνοχή. (31) … (33) Όπου οι πάροχοι λιμενικών υπηρεσιών είναι πολλοί, ο διαχειριστικός φορέας του λιμένα ή η αρμόδια αρχή δεν θα πρέπει να εισάγει διακρίσεις μεταξύ τους, και ιδίως προς όφελος μιας επιχείρησης ή φορέα στον οποίο έχει συμφέροντα. (57) Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται ιδίως από τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Ακολούθως, ο ίδιος Κανονισμός ορίζει τα εξής: Άρθρο 1 «Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής 1. Ο παρών κανονισμός θεσπίζει: α) πλαίσιο για την παροχή λιμενικών υπηρεσιών· β) κοινούς κανόνες σχετικά με τη χρηματοοικονομική διαφάνεια και τα τέλη λιμενικών υπηρεσιών και λιμενικών υποδομών. 2. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στην παροχή των ακόλουθων κατηγοριών λιμενικών υπηρεσιών («λιμενικές υπηρεσίες»), είτε εντός της ζώνης του λιμένα είτε στην πλωτή οδό πρόσβασης προς τον λιμένα: α) … ε) συλλογή των αποβλήτων πλοίου και καταλοίπων φορτίου· στ) … 4. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε όλους τους θαλάσσιους λιμένες του διευρωπαϊκού δικτύου μεταφορών, όπως απαριθμούνται στο παράρτημα ΙΙ του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1315/2013. 5. … 7. Ο παρών κανονισμός ισχύει με την επιφύλαξη των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2014/23/ΕΕ και 2014/24/ΕΕ και της οδηγίας 2014/25/ΕΕ». Άρθρο 2 «Ορισμοί Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού: 1) … 3) ως “αρμόδια αρχή” νοείται κάθε δημόσιος ή ιδιωτικός φορέας ο οποίος για λογαριασμό αρχής σε τοπικό, περιφερειακό ή εθνικό επίπεδο, δικαιούται να ασκήσει, δυνάμει του εθνικού δικαίου ή των εθνικών πράξεων, δραστηριότητες συνδεόμενες με την οργάνωση και τη διοίκηση των λιμενικών δραστηριοτήτων, σε συνδυασμό ή αντί του φορέα διαχείρισης του λιμένα· 4) … 5) ως “διαχειριστικός φορέας του λιμένα” νοείται κάθε δημόσιος ή ιδιωτικός φορέας ο οποίος δυνάμει του εθνικού δικαίου ή εθνικών πράξεων αποσκοπεί να ασκεί ή εξουσιοδοτείται να ασκεί, σε τοπικό επίπεδο, σε συνδυασμό ή όχι με άλλες δραστηριότητες, τη διοίκηση και διαχείριση των λιμενικών υποδομών και να εκτελεί ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα καθήκοντα του συγκεκριμένου λιμένα: συντονισμό και διαχείριση της κυκλοφορίας στον λιμένα, συντονισμό των δραστηριοτήτων των φορέων εκμετάλλευσης που βρίσκονται εγκαταστημένοι στον οικείο λιμένα και έλεγχο των δραστηριοτήτων των φορέων εκμετάλλευσης που βρίσκονται εγκαταστημένοι στον οικείο λιμένα· 6) …10) ως “συλλογή των αποβλήτων πλοίου και καταλοίπων φορτίου” νοείται η παραλαβή αποβλήτων πλοίων ή καταλοίπων φορτίου από οποιαδήποτε σταθερή, πλωτή ή κινητή εγκατάσταση ικανή να δέχεται απόβλητα ή κατάλοιπα φορτίου, κατά τα οριζόμενα στην οδηγία 2000/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου· 11) ως “τέλη λιμενικών υπηρεσιών” νοούνται τα τέλη που εισπράττονται προς όφελος του παρόχου λιμενικών υπηρεσιών και καταβάλλονται από τους χρήστες της αντίστοιχης υπηρεσίας· 12) ως “σύμβαση παροχής λιμενικής υπηρεσίας” νοείται η επίσημη και νομικά δεσμευτική συμφωνία ή άλλη πράξη αντίστοιχου νομικού αποτελέσματος μεταξύ ενός παρόχου λιμενικών υπηρεσιών και ενός διαχειριστικού φορέα του λιμένα ή αρμόδιας αρχής, η οποία έχει ως αντικείμενο την παροχή μίας ή περισσοτέρων λιμενικών υπηρεσιών, με την επιφύλαξη του τρόπου ορισμού των παρόχων λιμενικών υπηρεσιών· 13) ως “πάροχος λιμενικών υπηρεσιών” νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που παρέχει, ή επιθυμεί να παρέχει, έναντι αμοιβής μία ή περισσότερες κατηγορίες λιμενικών υπηρεσιών· 14) ως “υποχρέωση παροχής δημόσιας υπηρεσίας” νοείται απαίτηση η οποία προσδιορίζεται ή καθορίζεται προκειμένου να διασφαλιστεί η παροχή των λιμενικών υπηρεσιών ή δραστηριοτήτων γενικού συμφέροντος, τις οποίες ο φορέας εκμετάλλευσης, αν υπολόγιζε αποκλειστικά το προσωπικό εμπορικό του συμφέρον, δεν θα αναλάμβανε ή δεν θα αναλάμβανε στην ίδια έκταση ή με τους ίδιους όρους· 15) … 16) ως “θαλάσσιος λιμένας” νοείται μια χερσαία ή θαλάσσια έκταση που αποτελείται από υποδομές και εξοπλισμό που επιτρέπουν, κυρίως, την υποδοχή πλοίων, τη φόρτωση και εκφόρτωσή τους, την αποθήκευση εμπορευμάτων, την παραλαβή και παράδοση των εν λόγω εμπορευμάτων και την επιβίβαση και αποβίβαση επιβατών, πληρωμάτων και άλλων ατόμων, καθώς και κάθε άλλη υποδομή που χρειάζονται οι επιχειρήσεις μεταφορών εντός της ζώνης του λιμένα· 17) … 18) … ». Άρθρο 3 «Οργάνωση λιμενικών υπηρεσιών 1. Σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, η πρόσβαση στην αγορά για την παροχή λιμενικών υπηρεσιών σε θαλάσσιους λιμένες μπορεί να υπόκειται σε: α) ελάχιστες απαιτήσεις για την παροχή λιμενικών υπηρεσιών· β) περιορισμούς στον αριθμό των παρόχων· γ) υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας· δ) περιορισμούς σχετικά με τους εγχώριους φορείς. 2. Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν στο πλαίσιο του εθνικού τους δικαίου να μην επιβάλουν καμία από τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 σε μία ή σε περισσότερες κατηγορίες λιμενικών υπηρεσιών. 3. Οι όροι της πρόσβασης στα μέσα, τις εγκαταστάσεις και τον εξοπλισμό του λιμένα είναι δίκαιοι, εύλογοι και δεν εισάγουν διακρίσεις». Άρθρο 4 «Ελάχιστες απαιτήσεις για την παροχή λιμενικών υπηρεσιών 1. Ο διαχειριστικός φορέας του λιμένα ή η αρμόδια αρχή δύναται να απαιτήσει από τους παρόχους λιμενικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των υπεργολάβων, τη συμμόρφωσή τους με ελάχιστες απαιτήσεις ως προς την εκτέλεση της αντίστοιχης λιμενικής υπηρεσίας. 2. Οι ελάχιστες απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 μπορεί να αφορούν μόνο τα εξής: α) τα επαγγελματικά προσόντα του παρόχου λιμενικών υπηρεσιών, του προσωπικού του ή των φυσικών προσώπων τα οποία διαχειρίζονται πραγματικά και συνεχώς τις δραστηριότητες του παρόχου λιμενικών υπηρεσιών· β) την οικονομική επάρκεια του παρόχου λιμενικών υπηρεσιών· γ) τον εξοπλισμό που απαιτείται για την παροχή της αντίστοιχης λιμενικής υπηρεσίας υπό κανονικές και ασφαλείς συνθήκες και την ικανότητα διατήρησης αυτού του εξοπλισμού στο απαιτούμενο επίπεδο· δ) τη διαθεσιμότητα της αντίστοιχης λιμενικής υπηρεσίας σε όλους τους χρήστες, σε κάθε θέση πλεύρισης και χωρίς διακοπές, νυχθημερόν και καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους· ε) τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις ως προς την ασφάλεια των θαλάσσιων μεταφορών ή την ασφάλεια και προστασία του λιμένα ή της πρόσβασης σε αυτόν, των εγκαταστάσεών του, του εξοπλισμού και των εργατών και άλλων προσώπων· στ) τη συμμόρφωση με τις τοπικές, εθνικές, ενωσιακές και διεθνείς περιβαλλοντικές απαιτήσεις· ζ) τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις στον τομέα του κοινωνικού και εργατικού δικαίου που ισχύει στο κράτος μέλος του οικείου λιμένα, συμπεριλαμβανομένων των όρων των εν ισχύι συλλογικών συμβάσεων, των απαιτήσεων επάνδρωσης και των απαιτήσεων σχετικά με τις ώρες εργασίας και ανάπαυσης των ναυτικών, καθώς και με τους ισχύοντες κανόνες για τις επιθεωρήσεις εργασίας· η) τα εχέγγυα αξιοπιστίας του παρόχου λιμενικών υπηρεσιών, όπως καθορίζονται σύμφωνα με τη σχετική εφαρμοστέα εθνική νομοθεσία, λαμβανομένων υπόψη τυχόν επιτακτικών λόγων αμφισβήτησης της αξιοπιστίας του παρόχου λιμενικών υπηρεσιών. 3. … 4. Οι ελάχιστες απαιτήσεις: α) είναι διαφανείς, αντικειμενικές, δεν εισάγουν διακρίσεις, είναι αναλογικές και σχετικές με την κατηγορία και τη φύση της οικείας λιμενικής υπηρεσίας· β) πληρούνται έως ότου λήξει το δικαίωμα παροχής λιμενικής υπηρεσίας. 5. Στην περίπτωση που οι ελάχιστες απαιτήσεις περιλαμβάνουν ειδικές γνώσεις για τις τοπικές συνθήκες, ο διαχειριστικός φορέας του λιμένα ή η αρμόδια αρχή εξασφαλίζει την ύπαρξη επαρκούς πρόσβασης στις πληροφορίες, υπό διαφανείς και που δεν εισάγουν διακρίσεις συνθήκες. 6. Στις περιπτώσεις της παραγράφου 1, ο διαχειριστικός φορέας του λιμένα ή η αρμόδια αρχή δημοσιεύει τις ελάχιστες απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και τη διαδικασία χορήγησης του δικαιώματος παροχής λιμενικών υπηρεσιών βάσει των εν λόγω απαιτήσεων μέχρι τις 24 Μαρτίου 2019 ή, σε περίπτωση που οι ελάχιστες απαιτήσεις αρχίζουν να ισχύουν μετά την εν λόγω ημερομηνία, τουλάχιστον τρεις μήνες πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος των εν λόγω απαιτήσεων. Ο διαχειριστικός φορέας του λιμένα ή η αρμόδια αρχή ενημερώνει εκ των προτέρων τους παρόχους λιμενικών υπηρεσιών για τυχόν αλλαγές στα κριτήρια ή στη διαδικασία. 7. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται με την επιφύλαξη του άρθρου 7». Άρθρο 5 «Διαδικασία διασφάλισης της συμμόρφωσης με τις ελάχιστες απαιτήσεις. 1. Ο διαχειριστικός φορέας του λιμένα ή η αρμόδια αρχή αντιμετωπίζει τους παρόχους λιμενικών υπηρεσιών κατά τρόπο διαφανή, αντικειμενικό, ο οποίος δεν εισάγει διακρίσεις και αναλογικό. 2. Ο διαχειριστικός φορέας του λιμένα ή η αρμόδια αρχή χορηγεί ή αρνείται το δικαίωμα παροχής λιμενικών υπηρεσιών βάσει των ελάχιστων απαιτήσεων που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 4 εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος το οποίο εν πάση περιπτώσει δεν υπερβαίνει τους τέσσερις μήνες από την παραλαβή της αίτησης για τη χορήγηση του εν λόγω δικαιώματος και των απαιτούμενων εγγράφων. 3. Τυχόν τέτοια άρνηση του διαχειριστικού φορέα του λιμένα ή της αρμόδιας αρχής αιτιολογείται δεόντως με βάση τις ελάχιστες απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2. 4. Τυχόν περιορισμός ή τερματισμός από τον διαχειριστικό φορέα του λιμένα ή την αρμόδια αρχή της διάρκειας του δικαιώματος παροχής λιμενικών υπηρεσιών αιτιολογείται δεόντως και συνάδει με την παράγραφο 1». Άρθρο 6 «Περιορισμοί στον αριθμό των παρόχων λιμενικών υπηρεσιών 1. Ο διαχειριστικός φορέας του λιμένα ή η αρμόδια αρχή δύναται να περιορίσει τον αριθμό των παρόχων λιμενικών υπηρεσιών για δεδομένη λιμενική υπηρεσία για έναν ή περισσότερους από τους ακόλουθους λόγους: α) σπανιότητα ή αποκλειστική χρήση της γης ή της παράκτιας ζώνης υπό την προϋπόθεση ότι ο περιορισμός είναι σύμφωνος με τις αποφάσεις ή τα σχέδια που συμφωνήθηκαν από τον διαχειριστικό φορέα του λιμένα και, κατά περίπτωση, από κάθε άλλη δημόσια αρχή που είναι αρμόδια σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο· β) η απουσία τέτοιου περιορισμού εμποδίζει την εκπλήρωση των υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας όπως προβλέπονται στο άρθρο 7, μεταξύ άλλων όταν η απουσία αυτή οδηγεί σε υπερβολικά υψηλές δαπάνες σχετικά με την εκπλήρωση τέτοιου είδους υποχρεώσεων για τον διαχειριστικό φορέα του λιμένα, την αρμόδια αρχή ή τους χρήστες του λιμένα· γ) η απουσία τέτοιου περιορισμού αντιβαίνει στην ανάγκη να εξασφαλισθούν η ασφάλεια, η προστασία και η περιβαλλοντική βιωσιμότητα των λιμενικών υπηρεσιών· δ) λόγω των χαρακτηριστικών των λιμενικών υποδομών ή του είδους της κυκλοφορίας στον λιμένα, η δραστηριοποίηση πολυάριθμων παρόχων λιμενικών υπηρεσιών στον λιμένα δεν θα ήταν δυνατή· ε) όταν έχει διαπιστωθεί, σύμφωνα με το άρθρο 35 της οδηγίας 2014/25/ΕΕ, ότι ένας λιμενικός τομέας ή υποτομέας, μαζί με τις λιμενικές του υπηρεσίες, ασκεί εντός κράτους μέλους δραστηριότητα η οποία είναι άμεσα εκτεθειμένη στον ανταγωνισμό σύμφωνα με το άρθρο 34 της οδηγίας αυτής. Σε αυτήν την περίπτωση δεν εφαρμόζονται οι παράγραφοι 2 και 3 του παρόντος άρθρου. 2. Με στόχο να δοθεί σε κάθε ενδιαφερόμενο μέρος η ευκαιρία να διατυπώσει παρατηρήσεις εντός εύλογης προθεσμίας, ο διαχειριστικός φορέας του λιμένα ή η αρμόδια αρχή δημοσιεύει κάθε πρόταση για περιορισμό του αριθμού των παρόχων λιμενικών υπηρεσιών σύμφωνα με την παράγραφο 1, μαζί με την αιτιολόγησή της, τουλάχιστον τρεις μήνες πριν από την έκδοση της απόφασης για τον περιορισμό του αριθμού των παρόχων λιμενικών υπηρεσιών. …… 5….». Άρθρο 7 «Υποχρέωση παροχής δημόσιας υπηρεσίας 1. Τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίζουν να επιβάλλουν στους παρόχους λιμενικών υπηρεσιών υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας που αφορούν λιμενικές υπηρεσίες και δύνανται να παραχωρούν το δικαίωμα επιβολής τέτοιων υποχρεώσεων στον διαχειριστικό φορέα του λιμένα ή στην αρμόδια αρχή, προκειμένου να εξασφαλίζουν τουλάχιστον ένα από τα εξής: α) τη διαθεσιμότητα της λιμενικής υπηρεσίας σε όλους τους χρήστες, σε κάθε θέση πλεύρισης και χωρίς διακοπές, νυχθημερόν και καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους· β) τη διαθεσιμότητα της υπηρεσίας σε όλους τους χρήστες επί ίσοις όροις· γ) την οικονομική προσιτότητα της υπηρεσίας σε ορισμένες κατηγορίες χρηστών· δ) την ασφάλεια, προστασία και περιβαλλοντική βιωσιμότητα των λιμενικών υπηρεσιών· ε) την παροχή επαρκών μεταφορικών υπηρεσιών στο κοινό· και στ) την εδαφική συνοχή. 2. …». Άρθρο 18 «Προσφυγές 1. Κάθε ενδιαφερόμενο μέρος με έννομο συμφέρον έχει το δικαίωμα προσφυγής κατά των αποφάσεων ή των επιμέρους μέτρων που λαμβάνονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού από τον διαχειριστικό φορέα του λιμένα, την αρμόδια αρχή ή οποιαδήποτε σχετική εθνική αρχή. Τα όργανα προσφυγής είναι ανεξάρτητα από τα εμπλεκόμενα μέρη και δύνανται να είναι δικαστήρια. 2. Εάν το όργανο προσφυγής που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεν έχει δικαιοδοτικό χαρακτήρα, αιτιολογεί εγγράφως τις αποφάσεις του. Επίσης, οι αποφάσεις του υπόκεινται σε αναθεώρηση από εθνικό δικαστήριο».

Ερμηνεία κανονισμού (ΕΕ) 2017/352

7. Επειδή, ο παραπάνω Κανονισμός (ΕΕ) 2017/352 έχει ως στόχο, μεταξύ άλλων, την εξασφάλιση και τη ρύθμιση ενός πλαισίου για την παροχή λιμενικών υπηρεσιών χάριν της ανάπτυξης και της αποτελεσματικότητας του διευρωπαϊκού εμπορίου. Αν και ο Κανονισμός αυτός δεν επιβάλλει κάποιο συγκεκριμένο μοντέλο (σύστημα) για τη διαχείριση των θαλασσίων λιμένων (βλ. αιτιολογική σκέψη 10 του προοιμίου), εντούτοις επισημαίνει (βλ. αιτιολογική σκέψη 11 του προοιμίου) ότι σύμφωνα με τις γενικές αρχές που προβλέπουν οι Συνθήκες, οι πάροχοι λιμενικών υπηρεσιών θα πρέπει να είναι ελεύθεροι να παρέχουν τις υπηρεσίες τους στους θαλάσσιους λιμένες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του, με δυνατότητα ωστόσο θέσπισης ορισμένων όρων υπό τους οποίους θα ασκείται η εν λόγω ελευθερία. Στο πλαίσιο αυτό, ο Κανονισμός προβλέπει ένα ανοικτό μοντέλο πρόσβασης πλειόνων παρόχων στην αγορά λιμενικών υπηρεσιών, το οποίο συνοδεύεται από την ευχέρεια του διαχειριστικού φορέα του λιμένα να προβλέψει ελάχιστες απαιτήσεις για τη δέουσα εκτέλεση της λιμενικής υπηρεσίας (άρθρα 3 παρ. 1 και 4 του Κανονισμού). Κατά την εφαρμογή του μοντέλου αυτού, ο φορέας διαχείρισης του λιμένα χορηγεί, κατόπιν διαδικασίας που ο ίδιος επιλέγει, δικαίωμα παροχής λιμενικών υπηρεσιών σε κάθε ενδιαφερόμενο πάροχο, ο οποίος πληροί τις ελάχιστες απαιτήσεις που ορίστηκαν. Περαιτέρω, ο Κανονισμός προβλέπει και τη λειτουργία μοντέλου διαχείρισης των θαλασσίων λιμένων κατά το οποίο ο διαχειριστικός φορέας του λιμένα, ύστερα από τη διενέργεια σχετικής διαβούλευσης, εκδίδει απόφαση για τον περιορισμό του αριθμού των παρόχων λιμενικών υπηρεσιών σε συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή και μόνο για έναν ή περισσότερους από τους λόγους που απαριθμούνται στην παρ. 1 του άρθρου 6 του Κανονισμού, μεταξύ των οποίων είναι και η ανάγκη διασφάλισης της ασφάλειας, της προστασίας και της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας των λιμενικών υπηρεσιών. Στην περίπτωση αυτή, μετά την έκδοση της απόφασης για τον περιορισμό του αριθμού των παρόχων λιμενικών υπηρεσιών ακολουθεί η διαδικασία επιλογής του παρόχου (ή των παρόχων) στον οποίο (ή στους οποίους) θα ανατεθεί κατ’ αποκλειστικότητα η σχετική υπηρεσία με την τήρηση διαδικασίας σύμφωνης με τα οριζόμενα στην Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2014/23/ΕΕ για τις συμβάσεις παραχώρησης, η οποία μεταφέρθηκε στην ελληνική έννομη τάξη με τον ν. 4413/2016 (Σ.τ.Ε. 1558/2022).

Σύμβαση παραχώρησης υπηρεσιών (Ν. 4413/2016, οδηγία 2014/23/ΕΕ του Eυρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου)

8. Επειδή, ως προς την έννοια της σύμβασης παραχώρησης υπηρεσιών, στο άρθρο 2 περ. β΄ του νόμου 4413/2016 «Ανάθεση και εκτέλεση συμβάσεων παραχώρησης – Εναρμόνιση με την Οδηγία 2014/23/ΕΕ του Eυρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης (ΕΕ L 94/1/28.3.2014) και άλλες διατάξεις» (Α΄ 148), ο οποίος μετέφερε στην εσωτερική έννομη τάξη την οδηγία 2014/23/ΕΕ, όπως διορθώθηκε (L 140/27.5.2016)» ορίζεται ότι «[ω]ς «σύμβαση παραχώρησης υπηρεσιών» νοείται η σύμβαση εξ επαχθούς αιτίας που συνάπτεται εγγράφως μέσω της οποίας μία ή περισσότερες αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς αναθέτουν την παροχή και διαχείριση υπηρεσιών, εκτός από την εκτέλεση έργων που αναφέρεται στο σημείο α΄ σε έναν ή περισσότερους οικονομικούς φορείς, το δε αντάλλαγμα για αυτήν συνίσταται είτε αποκλειστικά στο δικαίωμα εκμετάλλευσης των υπηρεσιών οι οποίες αποτελούν το αντικείμενο της σύμβασης, είτε στο δικαίωμα αυτό μαζί με την καταβολή πληρωμής. Η ανάθεση σύμβασης παραχώρησης έργων ή υπηρεσιών συνεπάγεται τη μεταβίβαση στον παραχωρησιούχο του λειτουργικού κινδύνου που απορρέει από την εκμετάλλευση των εν λόγω έργων ή υπηρεσιών και ο οποίος συμπεριλαμβάνει κίνδυνο ζήτησης ή προσφοράς ή αμφοτέρους. Ο παραχωρησιούχος θεωρείται ότι αναλαμβάνει τον λειτουργικό κίνδυνο όταν, υπό φυσιολογικές συνθήκες λειτουργίας, δεν υπάρχει εγγύηση για την απόσβεση της επένδυσης ή των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν κατά την εκτέλεση των έργων ή την παροχή των υπηρεσιών που αποτελούν το αντικείμενο της σύμβασης παραχώρησης. Το τμήμα του κινδύνου που μεταβιβάζεται στον παραχωρησιούχο περιλαμβάνει την πραγματική έκθεση στις αστάθμητες συνθήκες της αγοράς, που συνεπάγεται ότι οποιαδήποτε πιθανή εκτιμώμενη απώλεια του παραχωρησιούχου δεν πρέπει να είναι απλώς ονομαστική ή αμελητέα» (βλ. και άρθρο 5 παρ. 1 περ. β΄ της οδηγίας 2014/23/ΕΕ). Περαιτέρω, η ανάθεση της σύμβασης παραχώρησης χωρεί κατόπιν επιλογής βάσει κριτηρίων ανάθεσης, τα οποία καθορίζονται από την αναθέτουσα αρχή εντός του πλαισίου που διαγράφει το άρθρο 45 του ν. 4413/2016 (βλ. άρθρο 41 της οδηγίας 2014/23/ΕΕ)· δηλαδή βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, τηρουμένων των αρχών της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας, ώστε να διασφαλίζεται αξιολόγηση των προσφορών υπό συνθήκες πραγματικού ανταγωνισμού και να παρέχεται συνολικό οικονομικό πλεονέκτημα για την αναθέτουσα αρχή (βλ. σχετικά τις αιτιολογικές σκέψεις 64 και 65 της οδηγίας 2014/23/ΕΕ).

Δημόσια σύμβαση παραχώρησης υπηρεσιών v. Σύμβαση αναγκαστικής προσχώρησης

9. Επειδή από τον συνδυασμό των αναφερόμενων στις προηγούμενες σκέψεις διατάξεων του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/352, του νόμου 4413/2016 και της οδηγίας 2014/23/ΕΕ προκύπτει ότι, αν ο διαχειριστικός φορέας του λιμένα αποφασίσει κατά διακριτική ευχέρεια να καταφύγει στο μοντέλο (σύστημα) του περιορισμού του αριθμού των παρόχων λιμενικών υπηρεσιών σε έναν κατά το άρθρο 6 παρ. 1 του Κανονισμού και να προβεί σε επιλογή, ύστερα από σύγκριση και κατάταξη των υποψήφιων οικονομικών φορέων, του οικονομικού φορέα στον οποίο θα ανατεθεί βάσει κριτηρίων κατ’ αποκλειστικότητα η σύμβαση παροχής λιμενικής υπηρεσίας, η διαδικασία αυτή καταλήγει στη σύναψη δημόσιας σύμβασης σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο (ήτοι κατά τις διατάξεις της περ. β της παρ. 1 του άρθρου 5 Οδηγίας 2014/23/ΕΕ) καθώς και σύμφωνα με το ελληνικό δίκαιο (ήτοι κατά την περ. β της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 4413/2016, διάταξη με την οποία έχουν μεταφερθεί στην εσωτερική έννομη τάξη οι διατάξεις της περ. β της παρ. 1 του άρθρου 5 της ως άνω Οδηγίας). Και τούτο, διότι η υπαγωγή στην έννοια της δημόσιας σύμβασης προϋποθέτει τη διαδικασία επιλογής (μέσω μιας οργανωμένης διαγωνιστικής -κατά κανόνα- διαδικασίας με συγκεκριμένους διαδικαστικούς κανόνες στο τελικό στάδιο της οποίας μόνον ένας θα αναδειχθεί ως ανάδοχος – αντισυμβαλλόμενος του διαχειριστικού φορέα του λιμένα). Αντιθέτως, αν ο φορέας διαχείρισης του λιμένα ή η αρμόδια αρχή αποφασίσει κατά διακριτική ευχέρεια να καταφύγει στο ανοικτό μοντέλο (σύστημα) διαχείρισης του λιμένα, θέτοντας τις απαριθμούμενες στο άρθρο 4 παρ. 2 του Κανονισμού ελάχιστες απαιτήσεις, οι οποίες αφορούν την ικανότητα των φορέων παροχής λιμενικών υπηρεσιών για τη δέουσα εκτέλεση της σύμβασης (επαγγελματικά προσόντα, οικονομική επάρκεια, απαραίτητο προσωπικό και εξοπλισμός, αξιοπιστία) και δεν σκοπούν στον εντοπισμό της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς βάσει κριτηρίων ανάθεσης, απευθύνει δε προς όλους τους ενδιαφερόμενους παρόχους λιμενικών υπηρεσιών πρόσκληση προς υποβολή αιτήματος δραστηριοποίησης, καθένας που πληροί τις προκαθορισμένες ελάχιστες απαιτήσεις μπορεί να λάβει μέρος και έτσι να προκύψουν πολλοί αντισυμβαλλόμενοι. Η κατ’ ιδίαν σύμβαση που ο διαχειριστικός φορέας του λιμένα ή η αρμόδια αρχή συνάπτει με καθέναν από τους παρόχους αυτούς δεν είναι δημόσια σύμβαση κατά την έννοια του ενωσιακού δικαίου (βλ. σχετικώς Δ.Ε.Ε. απόφαση της 2.6.2016, C-410/14, Dr. Falk Pharma GmbH, σκ. 32, 36-38, 40-42, απόφαση της 14.7.2022, C-436/20 ,«ASADE», σκ. 68) ακόμα και αν το σύστημα αυτό έχει προθεσμία για τη συμμετοχή με την πάροδο της οποίας κλείνει (βλ. σχετικώς απόφαση Δ.Ε.Ε. της 1.3.2018, C-9/17, Maria Tirkkonen, σκ. 21, 23-37, 41), αλλά αποτελεί σύμβαση αναγκαστικής προσχώρησης, στην οποία οι όροι της σύμβασης υπό την μορφή των ελάχιστων απαιτήσεων διατυπώνονται εκ των προτέρων μονομερώς από τον φορέα διαχείρισης του λιμένα ή την αρμόδια αρχή, τους όρους δε αυτούς ο έτερος συμβαλλόμενος (πάροχος) αποδέχεται ή απορρίπτει (βλ. Σ.τ.Ε. 2423/2023 7μελούς).

Μετατροπή ΝΠΔΔ (Λιμενικών Ταμείων) σε Ανώνυμες Εταιρείες (Οργανισμούς Λιμένων ΑΕ)

10. Επειδή, εξάλλου, με την παρ. 3 του άρθρου εικοστού πρώτου του ν. 2932/2001 «Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών στις θαλάσσιες ενδομεταφορές – Σύσταση Γενικής Γραμματείας Λιμένων και Λιμενικής Πολιτικής – Μετατροπή Λιμενικών Ταμείων σε Ανώνυμες Εταιρείες και άλλες διατάξεις» (Α΄ 145) δέκα Λιμενικά Ταμεία, τα οποία αποτελούσαν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, μετατράπηκαν σε ανώνυμες εταιρείες, ειδικότερα δε, το Λιμενικό Ταμείο Ελευσίνας μετατράπηκε σε ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «Οργανισμός Λιμένος Ελευσίνας Ανώνυμη Εταιρεία Α.Ε.». Σύμφωνα με την παρ. 5 του ίδιου άρθρου (εικοστού πρώτου) του ν. 2932/2001 «Κάθε Οργανισμός Λιμένος Α.Ε. της παραγράφου 3 είναι ανώνυμη εταιρεία κοινής ωφέλειας με σκοπό την εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος, τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας και διέπεται συμπληρωματικά από τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920 (ΦΕΚ 144 Α), τις διατάξεις του β.δ. 14/19.1.1939 (ΦΕΚ 24 Α) και του α.ν. 2344/1940 (ΦΕΚ 154 Α), όπως κάθε φορά ισχύουν». Περαιτέρω, στο άρθρο εικοστό δεύτερο του ν. 2932/2001 ορίζεται ότι για κάθε Οργανισμό Λιμένα Α.Ε. εγκρίνεται το Καταστατικό του αποτελούμενο από 25 άρθρα με το καθοριζόμενο στο άρθρο αυτό περιεχόμενο. Σύμφωνα με το άρθρο 2 του Καταστατικού αυτού, σκοπός της εταιρείας είναι η διοίκηση και η εκμετάλλευση των χώρων της Ζώνης Λιμένα δικαιοδοσίας της, στον σκοπό της δε αυτόν περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, η παροχή κάθε είδους λιμενικών υπηρεσιών προς τους χρήστες, η αναβάθμιση, η συντήρηση, η βελτίωση και η ανάπτυξη του λιμένα. Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 5 του Καταστατικού, το μετοχικό κεφάλαιο της Εταιρείας αποτελείται από μία μετοχή, η οποία ανήκει στο Ελληνικό Δημόσιο. Περαιτέρω, ο ίδιος νόμος (2932/2001), στο άρθρο εικοστό τέταρτο με τον τίτλο «Παραχώρηση του δικαιώματος χρήσης και εκμετάλλευσης των χώρων της Ζώνης Λιμένα» ορίζει τα εξής: «1. Με σύμβαση, που συνάπτεται μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου, εκπροσωπουμένου από τους Υπουργούς Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας ή το εξουσιοδοτημένο από αυτούς όργανο και της ανωνύμου εταιρείας του παρόντος νόμου, παραχωρείται στη δεύτερη το δικαίωμα χρήσης και εκμετάλλευσης των κτιρίων, γηπέδων, λιμενικών έργων και άλλων εγκαταστάσεων που βρίσκονται εντός της Ζώνης Λιμένα με την επιφύλαξη των οριζομένων στις διατάξεις της παραγράφου 9 του άρθρου εικοστού πρώτου. Στην παραπάνω σύμβαση ορίζονται: α) η διάρκεια παραχώρησης του παραπάνω δικαιώματος, καθώς και η δυνατότητα και ο τρόπος παράτασής της, η οποία δεν μπορεί να υπερβεί συνολικά (αρχικός χρόνος και τυχόν παρατάσεις) τα πενήντα έτη, [και ήδη τα εξήντα έτη, όπως η περίπτ. α της παρ. 1 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 15 του ν. 4664/2020 (Α΄ 32/14.2.2020)], β) το καταβαλλόμενο αντάλλαγμα, το οποίο μπορεί να καθοριστεί και σε ποσοστό επί του συνόλου ή μέρους των εσόδων της Εταιρείας, γ) το ειδικότερο περιεχόμενο του ανωτέρω δικαιώματος, καθώς και ο τρόπος και οι όροι άσκησης αυτού, δ) η τιμολογιακή πολιτική της Α.Ε. σύμφωνα με το Στρατηγικό και Επιχειρησιακό Σχέδιο, καθώς και οι υποχρεώσεις της και ιδιαίτερα οι σχετικές με την πληρότητα των παρεχόμενων από αυτή υπηρεσιών, τη συντήρηση των εγκαταστάσεων και τη διασφάλιση της λειτουργικότητας και της ασφάλειας αυτών, ε) οι λόγοι και η διαδικασία ανάκλησης του δικαιώματος ή άλλες τυχόν κυρώσεις σε περίπτωση παράβασης των όρων της σύμβασης ή της κείμενης νομοθεσίας. Από την παραχώρηση του παραπάνω δικαιώματος δεν θίγεται το δικαίωμα του Δημοσίου σχετικά με τη χρήση χώρων ή εγκαταστάσεων για τη στέγαση και τη λειτουργία των υπηρεσιών σχετικών με τις λιμενικές δραστηριότητές του εντός της Χερσαίας Ζώνης του λιμένα. … 3. Με τη σύναψη της σύμβασης της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου η Α.Ε. ασκεί το δικαίωμα χρήσης και εκμετάλλευσης των λιμενικών έργων, κτιρίων, γηπέδων και άλλων εγκαταστάσεων που βρίσκονται εντός της Ζώνης Λιμένα σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. 4. …». Σε εκτέλεση του ως άνω άρθρου (εικοστού τετάρτου του ν. 2932/2001) σε συνδυασμό με την κείμενη νομοθεσία που διέπει τη χερσαία ζώνη λιμένα ως κοινόχρηστου δημόσιου πράγματος ιδίως δε τις διατάξεις του ν. 2971/2000, του ν.δ. 444/1970, του άρθρου 14 παρ. 1 του ν. 2881/2001 και του β.δ. 14/19.1.1939 και του ν. 2575/1998, έχει υπογραφεί μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της ανώνυμης εταιρείας «Οργανισμός Λιμένος Ελευσίνας Α.Ε.» η από 20.5.2003 Σύμβαση Παραχώρησης. Κατά το άρθρο 3 της σύμβασης αυτής παραχώρησης, «3.1. Το μνημονευόμενο στο Άρθρο 2.1. της παρούσας δικαίωμα χρήσης κι εκμετάλλευσης των παραχωρούμενων (το “Δικαίωμα”), συνίσταται στη δυνατότητα της Ο.Λ.Ε. κατά τη διάρκεια της παρούσας να κατέχει, χρησιμοποιεί και εκμεταλλεύεται τη Χερσαία Ζώνη Λιμένα, τα Κτίρια και τις Εγκαταστάσεις και τις κατ’ άρθρο 2.5.1 επεκτάσεις για το σκοπό που προσδιορίζεται στην παράγραφο 3.3, σύμφωνα με τους όρους και περιορισμούς της παρούσας, με το ακόλουθο ειδικότερο περιεχόμενο. (i) …». Περαιτέρω, ο ν. 3429/2005 «Δημόσιες Επιχειρήσεις και Οργανισμοί (ΔΕΚΟ)» (Α΄ 27) στο άρθρο 1 ορίζει τα εξής: «1. Για τους σκοπούς του νόμου αυτού, ως “δημόσια επιχείρηση” νοείται κάθε ανώνυμη εταιρεία στην οποία το Ελληνικό Δημόσιο δύναται να ασκεί άμεσα ή έμμεσα επιρροή, λόγω της συμμετοχής του στο μετοχικό της κεφάλαιο … 2. Η άσκηση αποφασιστικής επιρροής από το Ελληνικό Δημόσιο τεκμαίρεται, όταν το Ελληνικό Δημόσιο ή νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου χρηματοδοτούμενα από το ελληνικό δημόσιο ή από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου σε ποσοστό άνω του πενήντα τοις εκατό ή άλλες δημόσιες επιχειρήσεις υπό την έννοια του παρόντος νόμου: α) είναι κύριοι μετοχών που εκπροσωπούν την απόλυτη πλειοψηφία του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου της ή …». Εξάλλου, με την 222/5.11.2012 απόφαση της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων (Β΄ 2996) μεταβιβάστηκαν κατά πλήρη κυριότητα οι μετοχές που αντιστοιχούν σε ποσοστό 100% του μετοχικού κεφαλαίου της ανώνυμης εταιρείας «Οργανισμός Λιμένος Ελευσίνας Α.Ε.» στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου Α.Ε.» (Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ.), η οποία ιδρύθηκε με τον ν. 3986/2011 (Α΄ 152) με σκοπό, μεταξύ άλλων, «την αξιοποίηση περιουσιακών στοιχείων της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, καθώς και περιουσιακών στοιχείων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου (ν.π.δ.δ.) ή δημοσίων επιχειρήσεων των οποίων το μετοχικό κεφάλαιο ανήκει, άμεσα ή έμμεσα, στο Δημόσιο ή σε ν.π.δ.δ., όπως ορίζεται στην παρ. 1 του άρθρου 5, σύμφωνα με τις επικρατούσες συνθήκες της αγοράς και με εγγυήσεις πλήρους διαφάνειας, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι των εσόδων». Στην παρ. 1 του άρθρου 2 του νόμου αυτού ορίζεται ότι το μετοχικό κεφάλαιο του Ταμείου αναλαμβάνεται και καλύπτεται ολόκληρο από το Ελληνικό Δημόσιο. Ακολούθως, με το άρθρο 188 παρ. 6 του ν. 4389/2016 (Α΄ 94) οι μετοχές του T.A.I.ΠΕ.Δ. μεταβιβάστηκαν από το Ελληνικό Δημόσιο στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε.», η οποία συνεστήθη με την παρ. 1 του άρθρο 184 του ν. 4389/2016, διέπεται από τις διατάξεις του νόμου αυτού και συμπληρωματικά από τις διατάξεις του κ.ν. 2190/2020 (άρθρο 184 παρ. 3), λειτουργεί χάριν του δημοσίου συμφέροντος, σύμφωνα με τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας και εξυπηρετεί ειδικό δημόσιο σκοπό, ειδικότερα, διαχειρίζεται και αξιοποιεί τα περιουσιακά της στοιχεία προκειμένου, μεταξύ άλλων, «να συνεισφέρει πόρους για την υλοποίηση της επενδυτικής πολιτικής της χώρας και για την πραγματοποίηση επενδύσεων που συμβάλλουν στην ενίσχυση της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας» (άρθρο 185 παρ. 1 περίπτ. α) και το μετοχικό κεφάλαιο της οποίας καλύπτεται στο σύνολό του από το Ελληνικό Δημόσιο (άρθρο 187). Τελικά, με το άρθρο 1 κεφ. Γ. του ν. 4597/2019 (Α΄ 35), όπως το άρθρο αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρo12 του ν. 4664/2020 (Α΄ 32), κυρώθηκε και απέκτησε ισχύ τυπικού νόμου, από κοινού με τα προσαρτήματα αυτής η ως άνω από 20.5.2003 σύμβαση παραχώρησης που έχει συναφθεί μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της εταιρείας Ο.Λ.Ε. Α.Ε. και της οποίας η διάρκεια ορίστηκε στα εξήντα (60) έτη από την ημερομηνία υπογραφής της. Σύμφωνα δε με το άρθρο 2 του τελευταίου αυτού νόμου, «1. Το αποκλειστικό δικαίωμα χρήσης και εκμετάλλευσης των γηπέδων, κτιρίων και εγκαταστάσεων της Χερσαίας Λιμενικής Ζώνης που παραχωρήθηκε από το Ελληνικό Δημόσιο στους Οργανισμούς Λιμένος Α.Ε., βάσει των Συμβάσεων Κύριας Παραχώρησης που κυρώνονται με το άρθρο 1 του παρόντος, περιλαμβάνει τη χρήση και εκμετάλλευση για σκοπούς που σχετίζονται με την παροχή λιμενικών υπηρεσιών και εξυπηρετήσεων, καθώς και την υπο-παραχώρηση του ίδιου δικαιώματος ή μέρους αυτού προς τρίτους, … ».

Ερμηνεία άρθρου 94 παρ. 3 του Συντάγματος – έννοια διοικητικής σύμβασης

11. Επειδή, κατά τις διατάξεις του άρθρου 94 παρ. 1, 2 και 3 του Συντάγματος, όπως αυτές αναθεωρήθηκαν με το από 6 Απριλίου 2001 Ψήφισμα της Ζ΄ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων, στο Συμβούλιο της Επικρατείας και τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια υπάγονται οι διοικητικές διαφορές, όπως νόμος ορίζει, με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων του Ελεγκτικού Συνεδρίου (παρ. 1), στα πολιτικά δικαστήρια υπάγονται οι ιδιωτικές διαφορές, καθώς και οι υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας, όπως νόμος ορίζει (παρ. 2), και σε ειδικές περιπτώσεις και προκειμένου να επιτυγχάνεται η ενιαία εφαρμογή της αυτής νομοθεσίας μπορεί να ανατεθεί με νόμο η εκδίκαση κατηγοριών ιδιωτικών διαφορών στα διοικητικά δικαστήρια ή κατηγοριών διοικητικών διαφορών ουσίας στα πολιτικά δικαστήρια (παρ. 3). Περαιτέρω, με το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 1406/1983 (Α΄ 182), που εκδόθηκε σε εκτέλεση της διάταξης του άρθρου 94 παρ. 1 του Συντάγματος, όπως η διάταξη αυτή ίσχυε πριν από τη συνταγματική αναθεώρηση και επέβαλλε την εντός πενταετούς προθεσμίας, δυναμένης να παραταθεί με νόμο, υποβολή της εκδίκασης στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια εκείνων εκ των διοικητικών διαφορών ουσίας που δεν είχαν ακόμη υπαχθεί στα δικαστήρια αυτά, υπήχθησαν στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων όλες οι διοικητικές διαφορές ουσίας, μεταξύ δε των ενδεικτικά προβλεπόμενων στην παρ. 2 του ιδίου άρθρου 1 περιπτώσεων έχουν περιληφθεί και οι διαφορές που αναφύονται κατά την εφαρμογή της νομοθεσίας των διοικητικών συμβάσεων (εδάφιο ι), δηλαδή οι διαφορές που προέρχονται από διοικητική σύμβαση και ανάγονται στο κύρος, την ερμηνεία και την εκτέλεση αυτής ή σε οποιαδήποτε παρεπόμενη της σύμβασης αξίωση. Η σύμβαση δε είναι διοικητική αν ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη είναι το Ελληνικό Δημόσιο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και με τη σύναψη της σύμβασης επιδιώκεται η ικανοποίηση σκοπού τον οποίο ο νόμος έχει αναγάγει σε δημόσιο σκοπό, το δε Ελληνικό Δημόσιο ή το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, είτε βάσει του κανονιστικού καθεστώτος που διέπει τη σύμβαση είτε βάσει ρητρών οι οποίες προβλέπονται κανονιστικώς και έχουν περιληφθεί στη σύμβαση, αποκλίνουν δε από το κοινό δίκαιο, βρίσκεται προς ικανοποίηση του εν λόγω σκοπού σε υπερέχουσα θέση έναντι του αντισυμβαλλόμενου μέρους, δηλαδή σε θέση που δεν προσιδιάζει στον δυνάμει των διατάξεων του ιδιωτικού δικαίου συναπτόμενο συμβατικό δεσμό (βλ. Α.Ε.Δ. 17/2021, 11/2017, 1, 2/2016, 11/2013, 3/2012, 28/2011, 42/2011, 18, 21/2009, 6, 12, 14/2007, 10/2003, 3/1999, 21/1997, 10/1992, 10/1987). Δεν μπορεί δε να θεωρηθεί ότι έχουν διοικητικό χαρακτήρα συμβάσεις οι οποίες συνάπτονται από νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, ακόμη και όταν τα νομικά αυτά πρόσωπα είναι δημόσιες επιχειρήσεις που λειτουργούν χάριν του δημοσίου συμφέροντος και ανήκουν ουσιαστικά στο κράτος ή ασκούν, από λειτουργική άποψη, αρμοδιότητες παρόμοιες προς τις κρατικές (Α.Ε.Δ. 17/2021, 42/2011, 10/1987).

Υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης στο κρίσιμο νομικό καθεστώς

12. Επειδή, εν προκειμένω, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης, η Ο.Λ.Ε. Α.Ε. (νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου), ως διαχειριστικός φορέας του λιμένα Ελευσίνας, προκειμένου να ρυθμίσει, σύμφωνα με τις διατάξεις του ανωτέρω Κανονισμού, την παροχή της λιμενικής υπηρεσίας διαχείρισης και απομάκρυνσης υγρών και στερεών καταλοίπων φορτίου και αποβλήτων πλοίων που καταπλέουν στις λιμενικές εγκαταστάσεις αρμοδιότητάς της, αποφάσισε «με γνώμονα την προστασία του περιβάλλοντος, την άρτια και περιβαλλοντικά ορθή εκτέλεση της υπηρεσίας καθώς και την άμεση εξυπηρέτηση των πλοίων, και λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες του λιμένα και την κίνηση των πλοίων» να ακολουθήσει το ανοιχτό μοντέλο και να επιβάλλει τη συμμόρφωση των ενδιαφερόμενων παρόχων με «αυστηρές ελάχιστες απαιτήσεις» για την πρόσβασή τους στην πιο πάνω λιμενική υπηρεσία. Συγκεκριμένα, με την πρώτη προσβαλλόμενη 352 (θέμα 21ο)/29.12.2020 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ο.Λ.Ε. Α.Ε. καθορίστηκαν οι ελάχιστες τεχνικές απαιτήσεις, χωριστά για τα υγρά και τα στερεά κατάλοιπα φορτίου και απόβλητα πλοίων, το απαιτούμενο προσωπικό, οι αναγκαίες πιστοποιήσεις και η επαγγελματική εμπειρία των παρόχων. Ειδικότερα, στην παρ. 1.2. ορίστηκε ότι για τη διαχείριση των στερεών καταλοίπων απαιτούνται τα εξής τεχνικά μέσα: Εγκατάσταση για τη διαχείριση μη επικινδύνων αποβλήτων, ετησίας δυναμικότητας 1.200 τόνων ανά έτος αδειοδοτημένη με όλες τις προβλεπόμενες άδειες, τρεις πλωτές φορτηγίδες, τρεις ρυμουλκούμενες φορτηγίδες, δύο απορριμματοφόρα αυτοκίνητα με συμπιεστή απορριμάτων, ένα ειδικό φορτηγό αυτοκίνητο ανατρεπόμενο, τέσσερα συνολικά, ειδικά αυτοκίνητα για μεταφορά κάδων, ένα ειδικό μηχάνημα για την καθαριότητα του χερσαίου χώρου, δύο συνολικά, φορτηγά ψυγεία κατάλληλα για μεταφορά ειδικών κατηγοριών αποβλήτων, εβδομήντα συνολικά, κάδοι με τις οριζόμενες ανά περίπτωση προδιαγραφές, καθώς και σάκοι και βαρέλια πιστοποιημένα και κατάλληλα για τη συσκευασία επικίνδυνων αποβλήτων. Ορίστηκε δε περαιτέρω στην παρ. 1.3. ότι ο υποψήφιος πάροχος για αμφότερες τις κατηγορίες πρέπει, μεταξύ άλλων, να ασκεί επαγγελματικά την επίμαχη δραστηριότητα, να είναι εγγεγραμμένος στο ηλεκτρονικό μητρώο αποβλήτων (ΗΜΑ) του άρθρου 2 της 4394/4026/ 2016 απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Περιβάλλοντος και Ενέργειας (Β΄ 2926) και «κατά τη διάρκεια της τελευταίας πενταετίας, πρέπει να έχει εκτελέσει ή να εκτελεί αδιάλειπτα, συμβάσεις παροχής συλλογής αποβλήτων και καταλοίπων φορτίου πλοίων … σε λιμένες, οι οποίοι εμφανίζουν έκαστος, τουλάχιστον αντίστοιχο κύκλο εργασιών, με την προς ανάθεση υπηρεσία στο ειδικό αντικείμενο για το οποίο υποβάλλει προσφορά, αντίστοιχη κίνηση με τον λιμένα της Ελευσίνας ως προς τις αφίξεις, τις κατηγορίες, τον αριθμό των παραλαβών με τα αντίστοιχα συλλεκτικά μέσα εξυπηρέτησης, την χωρητικότητα των εξυπηρετουμένων πλοίων και τις ποσότητες κατ’ είδος των αποβλήτων πλοίων, συνοδευόμενες από βεβαιώσεις καλής εκτέλεσης του ΦΔΛ, αποδεικτικά στοιχεία κωδικών και ποσοτήτων από το ΗΜΑ, …». Η απόφαση αυτή αναρτήθηκε στον δικτυακό τόπο «Διαύγεια» του ν. 4727/2020 στις 30.12.2020, με αριθμό δικτυακής ανάρτησης (ΑΔΑ): Ψ0ΞΞ469ΗΞΔ-0ΣΟ. Οι ελάχιστες απαιτήσεις άρχισαν να ισχύουν μετά την πάροδο τριών μηνών από τη δημοσιοποίησή τους κατά την παρ. 6 του άρθρου 4 του Κανονισμού. Ακολούθως, με την δεύτερη προσβαλλόμενη 357 (θέμα 3ο)/26.2.2021 απόφαση του ίδιου οργάνου της Ο.Λ.Ε. εγκρίθηκε η Πρόσκληση Δραστηριοποίησης οικονομικών φορέων παρόχων της λιμενικής υπηρεσίας και κλήθηκαν οι ενδιαφερόμενοι παρόχοι υπηρεσιών παραλαβής και διαχείρισης υγρών και στερεών αποβλήτων και καταλοίπων πλοίων, εγγεγραμμένοι στο ηλεκτρονικό μητρώο αποβλήτων (ΗΜΑ) του άρθρου 2 της 4394/4026/2016 (Β΄ 2926) κοινής υπουργικής απόφασης, να υποβάλουν αίτηση προκειμένου να δραστηριοποιηθούν στην περιοχή ευθύνης της. Σύμφωνα με την πρόσκληση, μετά την καταληκτική ημερομηνία εκδήλωσης ενδιαφέροντος, που θα ανακοινωθεί από την Ο.Λ.Ε. Α.Ε. μέσω της ιστοσελίδας της και έως τη λήξη της διαρκείας του δικαιώματος παροχής λιμενικών υπηρεσιών, δεν θα γίνονται δεκτές νέες αιτήσεις, μετά δε την ανακοίνωση των παρόχων που πληρούν τις ελάχιστες απαιτήσεις, ο Οργανισμός θα τους καλέσει, να αποσύρουν την αίτησή τους εφόσον θεωρούν, ενόψει του γνωστού πλέον αριθμού ενδιαφερομένων, την παροχή της υπηρεσίας ως ασύμφορη, ενώ οι πάροχοι που θα παραμείνουν θα κληθούν να υπογράψουν σύμβαση με την Ο.Λ.Ε. Α.Ε., προκειμένου να αποκτήσουν το δικαίωμα παροχής των εν λόγω λιμενικών υπηρεσιών. Η πρόσκληση περιέχει πίνακες όπου περιγράφονται οι κωδικοί των κατηγοριών αποβλήτων και καταλοίπων φορτίου πλοίων για το σύνολο των κωδικών του Ευρωπαϊκού Καταλόγου Αποβλήτων, προβλέπεται ο τρόπος υπολογισμού και καταβολής των τελών υποδοχής υγρών και στερεών αποβλήτων και καταλοίπων φορτίων των πλοίων που καταπλέουν στους χώρους αρμοδιότητας της Ο.Λ.Ε. Α.Ε., προβλέπεται ότι κάθε πλοίο όσο βρίσκεται στις λιμενικές εγκαταστάσεις της Ο.Λ.Ε. Α.Ε. θα παραδίδει, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, τα απόβλητά του για διαχείριση, επιλέγοντας μεταξύ των εγκεκριμένων από την Ο.Λ.Ε. Α.Ε. παρόχων και, τέλος, καθορίζονται τα απαραίτητα δικαιολογητικά/ πιστοποιητικά που πρέπει να προσκομίσουν οι ενδιαφερόμενοι, από τα οποία αποδεικνύεται ότι αυτοί πληρούν τις ελάχιστες απαιτήσεις που καθορίστηκαν με την 352 (θέμα 21ο)/ 29.12.2020 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ο.Λ.Ε. Α.Ε. Η ανωτέρω πρόσκληση τροποποιήθηκε στη συνέχεια (1.11.2021) όσον αφορά τη διάρκεια των συμβάσεων που θα υπογραφούν (η οποία από πέντε έτη ορίστηκε σε τρία έτη). Κατά των ανωτέρω πράξεων οι εταιρείες «Τ. Π. Π. Α.Ε.» και «N. A. S. Α.Ε.» άσκησαν ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας τις με αριθ. κατάθ.: Ε 655/19.3.2021 (ήδη κρινόμενη) και Ε 680/24.3.2021 αιτήσεις ακυρώσεως, αντιστοίχως, προβάλλοντας ότι οι ελάχιστες απαιτήσεις που καθορίστηκαν δεν είχαν τεθεί νομίμως, στη συνέχεια δε, συνέστησαν ένωση εταιρειών με την επωνυμία «Τ. Π. Π. Α.Ε.- N. A. S. Α.Ε.», η οποία υπέβαλε προς την Ο.Λ.Ε. Α.Ε. αίτηση για συμμετοχή στη διαδικασία παραχώρησης του δικαιώματος διαχείρισης των στερεών αποβλήτων και την υπογραφή στη συνέχεια της σχετικής σύμβασης. Αίτηση για την ίδια λιμενική υπηρεσία υπέβαλε και η εταιρεία «Antipollution ΜΑΝΕ», η οποία συνήψε με την Ο.Λ.Ε. Α.Ε. την από 29.12.2022 σύμβαση, επειδή διαπιστώθηκε ότι πληρούσε τις εκ των προτέρων καθοριζόμενες και εγκεκριμένες με την 352 (θέμα 21ο)/ 29.12.2020 απόφαση του Δ.Σ. της Ο.Λ.Ε. Α.Ε. ελάχιστες τεχνικές απαιτήσεις, ενώ για την υπηρεσία της συλλογής και διαχείρισης των υγρών αποβλήτων αίτηση υπέβαλε μόνον η παρεμβαίνουσα εταιρεία «H..», η οποία επίσης πληρούσε τις ελάχιστες απαιτήσεις και συνήψε την από 30.9.2022 σύμβαση με την Ο.Λ.Ε. Α.Ε.

Aκυρωτική διαφορά από την αμφισβήτηση της νομιμότητας της πρώτης προσβαλλόμενης πράξης

13. Επειδή, με την πρώτη προσβαλλόμενη 352(θέμα 21ο)/29.12.2020 πράξη του Δ.Σ. της Ο.Λ.Ε. Α.Ε., ρυθμίζεται κατ’ επίκληση των αναφερόμενων στην έκτη σκέψη διατάξεων του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/352 ο τρόπος διαχείρισης κοινοχρήστων χώρων του λιμένα Ελευσίνας, όσον αφορά την παροχή της λιμενικής υπηρεσίας της συλλογής και απομάκρυνσης των αποβλήτων πλοίων και καταλοίπων φορτίου, προκρίνεται δε ειδικότερα το κατά τα άρθρα 3 παρ. 1 περίπ. α και 4 του Κανονισμού αυτού ανοικτό μοντέλο πρόσβασης πλειόνων παρόχων στην αγορά λιμενικών υπηρεσιών με τον καθορισμό ελάχιστων απαιτήσεων για την παροχή της εν λόγω υπηρεσίας. Η πράξη αυτή έχει εκδοθεί από όργανο διοίκησης του Οργανισμού Λιμένα, ο οποίος λειτουργεί μεν με τη μορφή ανώνυμης εταιρείας, κατ’ ενάσκηση όμως δημόσιας εξουσίας και για την εξυπηρέτηση δημόσιου σκοπού που συνίσταται στην ορθολογική οργάνωση των λιμενικών υπηρεσιών χάριν της αποτελεσματικής χρήσης και λειτουργίας του διευρωπαϊκού δικτύου μεταφορών και της εσωτερικής αγοράς, με κριτήρια αναγόμενα στην ασφάλεια, την προστασία και την περιβαλλοντική βιωσιμότητα της παροχής των υπηρεσιών αυτών (πρβ. Σ.τ.Ε. 2392/2020, 2080/2018, 1457/2018, 99/2002) και, επομένως, έχει κανονιστικό χαρακτήρα. Περαιτέρω, η προσβαλλόμενη αυτή πράξη, με την οποία θεσπίζεται αυτοτελώς το ρυθμιστικό πλαίσιο για την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών, δεν εντάσσεται στη διαδικασία που ακολουθεί για τη σύναψη κατ’ ιδίαν συμβάσεων μεταξύ του Οργανισμού Λιμένα και κάθε παρόχου λιμενικής υπηρεσίας ο οποίος πληροί τις εκ των προτέρων καθοριζόμενες και εγκεκριμένες με την πρώτη προσβαλλόμενη πράξη ελάχιστες απαιτήσεις (συμβάσεις προσχωρήσεως). Συνεπώς, από την αμφισβήτηση της νομιμότητας της πρώτης προσβαλλόμενης πράξης γεννάται διοικητική διαφορά, η οποία υπάγεται στη γενική ακυρωτική αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας, σύμφωνα με το άρθρο 95 παρ. 1 περ. α) του Συντάγματος.

Ιδιωτική διαφορά η αμφισβήτηση της δεύτερης προσβαλλόμενης πράξης (Πρόσκληση Δραστηριοποίησης οικονομικών φορέων παρόχων της λιμενικής υπηρεσίας)

14. Επειδή, η διαδικασία σύναψης με την Ο.Λ.Ε. Α.Ε. κατ’ ιδίαν συμβάσεων για την παροχή υπηρεσιών ευκολιών υποδοχής στερεών και υγρών αποβλήτων και καταλοίπων πλοίων, που επακολούθησε, άρχισε με τη δεύτερη προσβαλλόμενη 357(θέμα 3ο)/26.2.2021 απόφαση του Δ.Σ. της Ο.Λ.Ε. Α.Ε. με την οποία εγκρίθηκε η Πρόσκληση Δραστηριοποίησης οικονομικών φορέων παρόχων της λιμενικής υπηρεσίας και κλήθηκαν οι ενδιαφερόμενοι παρόχοι υπηρεσιών παραλαβής και διαχείρισης υγρών και στερεών αποβλήτων και καταλοίπων πλοίων, εγγεγραμμένοι στο ηλεκτρονικό μητρώο αποβλήτων (ΗΜΑ), να υποβάλουν αίτηση (πρόταση) προκειμένου να δραστηριοποιηθούν στην περιοχή ευθύνης της, και έληξε με την κατάρτιση μιας σύμβασης για την υπηρεσία διαχείρισης και απομάκρυνσης των στερεών καταλοίπων και αποβλήτων πλοίων και μιας σύμβασης για την υπηρεσία διαχείρισης και απομάκρυνσης των υγρών καταλοίπων και αποβλήτων πλοίων, επειδή διαπιστώθηκε ότι μόνον ο ένας από τους δύο παρόχους που υπέβαλαν αιτήσεις για την υπηρεσία διαχείρισης και απομάκρυνσης των στερεών καταλοίπων και αποβλήτων πλοίων, καθώς και ο μοναδικός πάροχος που υπέβαλε αίτηση για την υπηρεσία διαχείρισης και απομάκρυνσης των υγρών καταλοίπων και αποβλήτων πλοίων πληρούσαν τις εκ των προτέρων καθοριζόμενες και εγκεκριμένες με την 352(θέμα 21ο)/29.12.2020 απόφαση του Δ.Σ. της Ο.Λ.Ε. Α.Ε. ελάχιστες τεχνικές απαιτήσεις για τη δέουσα εκτέλεση της υπηρεσίας. Σύμφωνα δε με όσα έχουν γίνει δεκτά στη σκέψη 9, οι συμβάσεις αυτές δεν αποτελούν δημόσια σύμβαση παραχώρησης υπηρεσιών κατά την έννοια του ενωσιακού δικαίου, δεδομένου ότι η σύναψη αυτών δεν έγινε ύστερα από συγκριτική αξιολόγηση και επιλογή των παρόχων βάσει των κριτηρίων ανάθεσης του άρθρου 41 της Οδηγίας 2014/23/ΕΕ, ούτε αποτελούν τέτοια κριτήρια οι ελάχιστες απαιτήσεις που είχαν οριστεί κατά τα ανωτέρω. Εξάλλου, οι εν λόγω συμβάσεις δεν έχουν το χαρακτήρα διοικητικής σύμβασης κατά τα άρθρα 94 παρ. 1 και 3 και 95 παρ. 1 του Συντάγματος, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τη νομολογία του Α.Ε.Δ. που έχει παρατεθεί στη σκέψη 11, συμβάσεις που συνάπτονται από νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, όπως είναι η Ο.Λ.Ε. Α.Ε., δεν έχουν διοικητικό χαρακτήρα. Επομένως, η δεύτερη προσβαλλόμενη πράξη (πρόσκληση) η οποία δεν φέρει τα εξωτερικά γνωρίσματα μονομερούς διοικητικής πράξης, εκδιδόμενη στα πλαίσια της προαναφερόμενης διαδικασίας, εντάσσεται στο χώρο του ιδιωτικού δικαίου. Η ένδικη δε αμφισβήτησή της δεν δημιουργεί διοικητική διαφορά υπαγόμενη στην ακυρωτική αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας, αλλά ιδιωτική διαφορά, για την επίλυση της οποίας αρμόδια, κατά το Σύνταγμα, είναι τα πολιτικά δικαστήρια. Συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση καθ’ ο μέρος στρέφεται κατά της 357(θέμα 3ο)/26.2.2021 πράξης του Δ.Σ. της Ο.Λ.Ε. Α.Ε. πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας.

Υποχρέωση ανάρτησης στο διαδίκτυο (Ν. 4727/2020) – φορείς ευρύτερου δημόσιου τομέα

15. Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 75 του ν. 4727/2020 «Ψηφιακή Διακυβέρνηση (Ενσωμάτωση στην Ελληνική Νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/2102 και της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1024) Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες (Ενσωμάτωση στο Ελληνικό Δίκαιο της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/1972) και άλλες διατάξεις» (Α΄ 184), αντικείμενο του κεφαλαίου IA΄ του νόμου αυτού με τον τίτλο «ΨΗΦΙΑΚΗ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ – ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΙΑΥΓΕΙΑ» είναι η ρύθμιση της υποχρέωσης ανάρτησης στο Διαδίκτυο των νόμων, των προεδρικών διαταγμάτων και των πράξεων που εκδίδουν τα αναφερόμενα στο άρθρο 76 του ίδιου νόμου πρόσωπα και όργανα, καθώς και των προϋποθέσεων και διαδικασιών για τη διασφάλιση ευρύτατης δημοσιότητας των πράξεων αυτών. Στην παρ. 1 του άρθρου 76 του ανωτέρω νόμου ορίζεται ότι οι ρυθμίσεις του κεφαλαίου αυτού εφαρμόζονται, μεταξύ άλλων, σε αποφάσεις και πράξεις που εκδίδουν τα όργανα διοίκησης νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) και τα όργανα διοίκησης φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο παρόν κεφάλαιο, κατά δε την παρ. 2 περίπτ. α) του άρθρου αυτού, ως φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα νοούνται τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.) που ανήκουν στο κράτος ή επιχορηγούνται τακτικώς από κρατικούς πόρους κατά πενήντα τοις εκατό (50%) [υποπερίπτ. αα περ. α παρ. 2 άρθρου 76] και οι δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμοί που προβλέπονται στο άρθρο 1 του ν. 3429/2005 [υποπερίπτ. αβ περ. α παρ. 2 άρθρου 76]. Περαιτέρω, στην παρ. 3 του ίδιου άρθρου 76 ορίζεται ότι στο διαδίκτυο αναρτώνται, μεταξύ άλλων, α) νόμοι που εκδίδονται και δημοσιεύονται κατά το Σύνταγμα, β) πράξεις νομοθετικού περιεχομένου της παρ. 1 του άρθρου 44 του Συντάγματος, γ) τα προεδρικά διατάγματα, δ) λοιπές πράξεις κανονιστικού χαρακτήρα, με εξαίρεση τις κανονιστικές πράξεις που αφορούν την οργάνωση, διάρθρωση, σύνθεση, διάταξη τον εφοδιασμό και τον εξοπλισμό των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας, καθώς και άλλη πράξη, η δημοσιοποίηση της οποίας προκαλεί βλάβη στην εθνική άμυνα και ασφάλεια της χώρας. Κατά την παρ. 4 του άρθρου αυτού, από την υποχρέωση πρωτογενούς ανάρτησης εξαιρούνται τα έγγραφα και τα στοιχεία των δημοσίων συμβάσεων που καταχωρίζονται υποχρεωτικά στο ΚΗΜΔΗΣ του άρθρου 11 του ν. 4013/2011 (Α΄ 204), που λειτουργεί παραγωγικά στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης. Περαιτέρω, κατά την παρ. 1 του άρθρου 77 του ν. 4727/2020 «Οι πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 76 αναρτώνται αμελλητί στο Διαδίκτυο με μέριμνα του οργάνου που τις εξέδωσε. … Οι πράξεις των οργάνων διοίκησης των Ν.Π.Δ.Δ., των οργάνων διοίκησης του ευρύτερου δημόσιου τομέα … αναρτώνται στους κατά περίπτωση οικείους δικτυακούς τόπους που αυτά διατηρούν». Σύμφωνα δε με το άρθρο 78 του ίδιου νόμου (4727/2020) «1. Οι πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 76, όταν είναι κατά νόμο δημοσιευτέες στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ισχύουν από τη δημοσίευσή τους, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά. 2. Με εξαίρεση τις πράξεις της παρ. 1, οι λοιπές πράξεις του άρθρου 76 αναρτώνται στο διαδίκτυο κατά τα οριζόμενα στο παρόν Κεφάλαιο και ισχύουν από την ανάρτησή τους στον δικτυακό τόπο «Διαύγεια». 3. Οι ρυθμίσεις της παρ. 2 δεν θίγουν τις σχετικές δικονομικές ρυθμίσεις ως προς την άσκηση ενδίκων μέσων και βοηθημάτων ούτε τις ρυθμίσεις που ισχύουν για τις διοικητικές προσφυγές. 4. … ». Εξάλλου, ο ν. 3469/2006 «Εθνικό Τυπογραφείο, Εφημερίς της Κυβερνήσεως και λοιπές διατάξεις» (Α΄ 131), στο άρθρο 5 παρ. 2 περ. θ ορίζει ότι στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως δημοσιεύονται «οι κανονιστικού χαρακτήρα πράξεις του Πρωθυπουργού, του Υπουργικού Συμβουλίου, των Υπουργών, καθώς και οποιουδήποτε άλλου οργάνου της Διοίκησης, με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων του άρθρου 8 του νόμου αυτού και εφόσον η κείμενη νομοθεσία δεν προβλέπει άλλον ειδικότερο τρόπο δημοσίευσης», στο δε άρθρο 7 παρ. 7 περ. α ορίζει ότι στο τεύχος Καταχώρισης πράξεων και Στοιχείων Λοιπών Φορέων Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα [(ΠΡΑ.Δ.Ι.Τ.) άρθρο 6 παρ. 1 περ. στ του ν. 3469/2006] δημοσιεύονται σε περίληψη «οι πράξεις και τα στοιχεία … δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών που λειτουργούν με μορφή ιδιωτικού δικαίου, η δημοσίευση των οποίων στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως προβλέπεται από την κείμενη νομοθεσία».

Πλήρης δημοσίευση όχι μόνον των τυπικών νόμων αλλά και όλων των κανονιστικών διοικητικών πράξεων, ως συστατικό στοιχείο του κύρους τους

16. Επειδή, από τις διατάξεις των άρθρων 42 παρ. 1 και 35 παρ. 1 του Συντάγματος επιβάλλεται η πλήρης δημοσίευση όχι μόνον των τυπικών νόμων αλλά και όλων των κανονιστικών διοικητικών πράξεων, ως συστατικό στοιχείο του κύρους τους (Σ.τ.Ε. 1096/2023 7μελ., 13/2022 7μελ., 1611/2021, 1362/2021 Ολομ. κ.ά.). Περαιτέρω, από τον συνδυασμό των γενικής φύσεως διατάξεων των νόμων 4727/2020 για την Ψηφιακή Διακυβέρνηση και 3469/2006 για την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως που έχουν παρατεθεί στην προηγούμενη σκέψη συνάγεται ότι επιβάλλεται η υποχρέωση ανάρτησης στο διαδίκτυο των κανονιστικών πράξεων των οργάνων διοίκησης των δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών που λειτουργούν με τη μορφή νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, οι πράξεις δε αυτές ισχύουν από την ανάρτησή τους στο διαδίκτυο, ενώ υποχρέωση δημοσίευσης των πράξεων αυτών στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως επιβάλλεται μόνον όταν τούτο ορίζεται ειδικώς στον νόμο. Στην ειδική νομοθεσία περί διαχείρισης λιμένων [άρθρα 108-126 του ν. 4389/2016 (Α΄ 94), 85 επ. του ν. 4504/2017 (Α΄ 29) και 21 του ν. 2932/2001] δεν υπάρχει πρόβλεψη περί υποχρεωτικής δημοσίευσης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως των αποφάσεων του Δ.Σ. των Οργανισμών Λιμένων, οι οποίοι, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα, λειτουργούν ως ανώνυμες εταιρείες, ούτε περιέχονται διατάξεις περί άλλου τρόπου δημοσίευσης των αποφάσεων των οργάνων των Οργανισμών Λιμένων, με τις οποίες ρυθμίζονται τα θέματα διαχείρισης των λιμενικών υπηρεσιών. Περαιτέρω, στην παρ. 3 του άρθρου 6 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/352, κατ’ εφαρμογή του οποίου εκδόθηκε η προσβαλλόμενη πράξη, ορίζεται ότι «ο διαχειριστικός φορέας ή η αρμόδια αρχή δημοσιεύει την απόφαση για τον περιορισμό των παρόχων λιμενικών υπηρεσιών». Με τη διάταξη αυτή του Κανονισμού δεν επιβάλλεται στα κράτη μέλη κάποιος ιδιαίτερος τρόπος δημοσιότητας των ανωτέρω πράξεων, απαιτείται όμως η προβλεπόμενη στην εθνική νομοθεσία διαδικασία δημοσιότητας να μην παραβιάζει τις ενωσιακές αρχές της ασφάλειας δικαίου, της ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητας, εναπόκειται δε στο εθνικό δικαστήριο να κρίνει αν οι αρχές αυτές έχουν τηρηθεί σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση. Ειδικότερα, κατά τη σχετική νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Δ.Ε.Ε.) τα κράτη μέλη πρέπει να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από το ενωσιακό δίκαιο κατά τρόπο που συνεπάγεται αναμφισβήτητα δεσμευτικά αποτελέσματα και δεν αφήνει αβεβαιότητα στα ενδιαφερόμενα υποκείμενα δικαίου ως προς την έκταση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεών τους. Επισημαίνει δε το Δ.Ε.Ε. ότι η αρχή της ασφάλειας δικαίου απαιτεί την προσήκουσα δημοσιότητα για τα εθνικά μέτρα που θεσπίζονται κατ’ εφαρμογή ενωσιακής ρύθμισης, δεν επιβάλλει όμως ιδιαίτερη μορφή δημοσιότητας, όπως είναι η δημοσίευση των μέτρων στην επίσημη εφημερίδα του οικείου κράτους μέλους, εφόσον πάντως διασφαλίζεται ότι τα πρόσωπα στα οποία αφορά το μέτρο πράγματι ενημερώνονται (απόφαση Δ.Ε.Κ. της 20.6.2002, C-313/99 Gerard Mulligan κ.λπ. κατά Ιρλανδίας). Οι αρμόδιες εθνικές αρχές οφείλουν να διασφαλίζουν ότι οι διαδικαστικοί όροι για την ενημέρωση των ενδιαφερομένων δεν είναι λιγότερο ευνοϊκοί από τους όρους που διέπουν παρεμφερείς περιπτώσεις εσωτερικού χαρακτήρα (αρχή της ισοδυναμίας) και ότι οι χρησιμοποιούμενοι δίαυλοι ενημέρωσης μπορούν ευλόγως να θεωρούνται πρόσφοροι για την πληροφόρηση των ενδιαφερομένων, ώστε να μην καθίσταται αδύνατη ή υπέρμετρα δυσχερής η άσκηση των παρεχόμενων σε αυτούς δικαιωμάτων (αρχή της αποτελεσματικότητας). Οι ίδιες αρχές πρέπει να τηρούνται και όσον αφορά την αφετηρία και τον υπολογισμό των προθεσμιών για την άσκηση ενδίκου βοηθήματος (απόφαση Δ.Ε.Ε. της 7.11.2019, C-280/18 Alain Flauch κ.λπ. κατά Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας κ.λπ.). Κατ’ ακολουθίαν, η ανάρτηση σε δικτυακό τόπο ως αποκλειστικός τρόπος δημοσιότητας των κανονιστικών πράξεων των οργάνων των Οργανισμών Λιμένων, με τις οποίες ρυθμίζεται η παροχή λιμενικών υπηρεσιών κατ’ εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/352, δεν προσκρούει στις επιβαλλόμενες από το ενωσιακό δίκαιο αρχές της ασφαλείας δικαίου, της ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητας, αφού η ανάρτηση αυτή προβλέπεται σαφώς στο εσωτερικό δίκαιο με το ν. 4727/2020 (άρθρα 75 επ.) ως τρόπος δημοσιότητας των κανονιστικών πράξεων των νομικών αυτών προσώπων, μνημονεύεται δε ρητώς στον ίδιο τον Κανονισμό (Ε.Ε.) 2017/352, ως πρόσφορος τρόπος δημοσίευσης των πράξεων με τις οποίες οι αρμόδιοι φορείς των κρατών μελών ρυθμίζουν την παροχή των λιμενικών υπηρεσιών [βλ. αιτιολογική σκέψη (21) στο προοίμιο του Κανονισμού όπου διαλαμβάνεται ότι δημοσιεύεται στο διαδίκτυο η «πρόθεση» του διαχειριστικού φορέα ή της αρμόδιας αρχής «να κινήσουν τη διαδικασία επιλογής για την παροχή λιμενικής υπηρεσίας»). Επιπροσθέτως, η δημοσίευση κανονιστικής πράξης αποκλειστικά μέσω διαδικτύου συνιστά, κατ’ αρχήν, τρόπο δημοσιότητας συμβατό προς τις απαιτήσεις του άρθρου 6 παρ. 1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Ε.Σ.Δ.Α.) [βλ. απόφαση Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δαικαιωμάτων του Ανθρώπου (Ε.Δ.Δ.Α.) 31.5.2021, Stiching Landgoed Steenbergen κ.ά. κατά Ολλανδίας, αίτηση με αριθ. 19732/17]. Δεδομένου δε ότι ο τρόπος αυτός δημοσιότητας εξασφαλίζει τη δυνατότητα ενημέρωσης των ενδιαφερομένων, το γεγονός της ανάρτησης στο διαδίκτυο αποτελεί την αφετηρία των προθεσμιών άσκησης των σχετικών ενδίκων βοηθημάτων κατά των παραπάνω κανονιστικών πράξεων.

Προθεσμία προσβολής πράξης αναρτηθείσας στο διαδίκτυο

17. Επειδή, στην επίδικη περίπτωση, όπως έχει εκτεθεί στη σκέψη 12, η πρώτη προσβαλλόμενη 352(θέμα 21ο)/29.12.2020 κανονιστική πράξη του Δ.Σ. της Ο.Λ.Ε. Α.Ε. αναρτήθηκε στον δικτυακό τόπο «ΔΙΑΥΓΕΙΑ» στις 30.12.2020. Επομένως, σύμφωνα με τα άρθρα 76 παρ. 1 και παρ. 3 περ. δ και 78 παρ. 2 του ν. 4727/2020, η πράξη αυτή έχει δημοσιευθεί προσηκόντως, έχει αποκτήσει νόμιμη υπόσταση κατά το Σύνταγμα και το νόμο και ισχύει από την ημέρα ανάρτησής της στο διαδίκτυο. Με τα δεδομένα αυτά, από την επομένη της ανάρτησής της στη «ΔΙΑΥΓΕΙΑ», δηλαδή από τις 31.12.2020, άρχισε η κατά το άρθρο 46 παρ.1 του π.δ. 18/1989 εξηκονθήμερη προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά της πράξης αυτής. Η κρινόμενη αίτηση ασκήθηκε στις 24.3.2021, ενόψει όμως του ότι στο πλαίσιο της λήψης μέτρων για τον περιορισμό διάδοσης του κορωνοϊού COVID-19, με διαδοχικές κοινές υπουργικές αποφάσεις στο κρίσιμο διάστημα υπήρξε αναστολή των νομίμων και δικαστικών προθεσμιών για τη διενέργεια διαδικαστικών πράξεων ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας από 31.12.2020 έως 30.1.2021 [βλ. κοινές υπουργικές αποφάσεις Δ1α/Γ.Π.οικ. 80588 (Β΄ 5509/15.12.2020), Δ1α/Γ.Π.οικ. 2 (Β΄ 1/2.1.2021), Δ1α/Γ.Π.οικ.1293 (Β΄ 30/8.1.2021), Δ1α/Γ.Π.οικ.3060 (Β΄ 89/16.1.2021), Δ1α/Γ.Π.οικ.4992 (Β΄ 186/23.1.2021)] και από 11.2.2021 έως 29.3.2021 [βλ. κοινές υπουργικές αποφάσεις Δ1α/Γ.Π. οικ.9147 (Β΄ 534/10.2.2021), όπως τροποποιήθηκε με την κοινή υπουργική απόφαση Δια/Γ.Π.οικ. 10969 (Β’ 648/20.2.2021), Δ1α/Γ.Π.οικ.12639 (Β΄ 793/27.2.2021), Δ1α/Γ.Π. οικ.13805 (Β΄ 843/3.3.2021), όπως αντικαταστάθηκε με την κοινή υπουργική απόφαση Δ1α/Γ.Π.οικ.14453 (Β΄ 895/6.3.2021), Δ1α/Γ.Π.οικ.16320 (Β΄ 996/13.3.2021) και Δ1α/Γ.Π.οικ.17698 (Β΄ 1076/ 20.3.2021)], η αίτηση αυτή έχει ασκηθεί εμπροθέσμως.

18. Επειδή, περαιτέρω, η αιτούσα εταιρεία, η οποία σύμφωνα με το καταστατικό της δραστηριοποιείται στην παροχή της επίμαχης υπηρεσίας συλλογής και διαχείρισης πάσης φύσεως αποβλήτων πλοίων, με προφανές έννομο συμφέρον ασκεί την κρινόμενη αίτηση κατά της πρώτης προσβαλλόμενης κανονιστικής 352/29.12.2020 (θέμα 2ο) απόφασης του Δ.Σ. της Ο.Λ.Ε. Α.Ε. για τον καθορισμό ελάχιστων απαιτήσεων για την παροχή της υπηρεσίας αυτής στο λιμένα Ελευσίνας, προβάλλοντας ότι οι καθοριζόμενες απαιτήσεις που αφορούν τα στερεά απόβλητα είναι μη νόμιμες. Αβασίμως δε προβάλλει η πρώτη παρεμβαίνουσα εταιρεία ότι η αιτούσα δεν έχει έννομο συμφέρον για την προσβολή της ανωτέρω πράξης εκ του γεγονότος ότι, μετά την άσκηση της υπό κρίση αίτησης, συνέστησε με την ανώνυμη εταιρεία «N. A. S. A.E.» ένωση εταιρειών, η οποία και μόνον υπέβαλε αίτηση δραστηριοποίησης κατά την ανωτέρω διαδικασία για τη σύναψη κατ’ ιδίαν σύμβασης με την Ο.Λ.Ε. Α.Ε. για την παροχή της υπηρεσίας της συλλογής των στερεών αποβλήτων, αφού η προσβαλλόμενη κανονιστική πράξη δεν εντάσσεται στη διαδικασία αυτή.

 

Απόρριψη λόγων ακύρωσης

19. Επειδή, με το κύριο δικόγραφο της κρινόμενης αίτησης προβάλλεται ότι οι ελάχιστες απαιτήσεις εξοπλισμού που καθορίζονται στην παρ. 1.2. της μόνης παραδεκτώς προσβαλλομένης 352/29.12.2020 (θέμα 2ο) πράξης της Ο.Λ.Ε. Α.Ε., διαφοροποιούνται και υπερβαίνουν τις αντίστοιχες απαιτήσεις για τον αναγκαίο εξοπλισμό που προβλέπονται στο Σχέδιο Παραλαβής Αποβλήτων Πλοίων της Ο.Λ.Ε. Α.Ε., το οποίο έχει εγκριθεί με την 3122.3-1.2/41003/1.6.2018 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και δεσμεύει τόσο τους παρόχους, όσο και τον Οργανισμό Λιμένος. Κατά την αιτούσα, σύμφωνα με το παραπάνω Σχέδιο, που έχει εκδοθεί βάσει της 8111.1/41/2009 κοινής απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομίας και Οικονομικών, Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, Εμπορικής Ναυτιλίας, Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής, με την οποία ενσωματώθηκε στο εθνικό δίκαιο η από 28.12.2000 Οδηγία 2000/59/ΕΚ (L 332) [όπως τροποποιήθηκε με την από 14.12.2007 Οδηγία 2007/71/ΕΚ (L 329)] για την παραλαβή και διαχείριση αποβλήτων πλοίων στον λιμένα Ελευσίνας απαιτείται και αρκεί εξοπλισμός αποτελούμενος από 21 κάδους χωρητικότητας 1.100 lt, δύο απορριματοφόρα οχήματα και ένα πλωτό μέσο. Κατόπιν αυτών, ο καθορισμός με την προσβαλλόμενη πράξη απαιτήσεων εξοπλισμού κατά πολύ αυξημένων σε σχέση προς το ανωτέρω Σχέδιο παραβιάζει την κοινή υπουργική απόφαση 8111.1/41/2009 και την Οδηγία 2000/59/ΕΚ. Περαιτέρω, προβάλλεται ότι οι τιθέμενες ελάχιστες απαιτήσεις είναι δυσανάλογες σε σχέση με τις πραγματικές ανάγκες του λιμένα Ελευσίνας και, ως εκ τούτου, παραβιάζεται η διάταξη του άρθρου 4 παρ. 4 περ. α του Κανονισμού 2017/352, σύμφωνα με την οποία «Οι ελάχιστες απαιτήσεις: α) είναι διαφανείς, αντικειμενικές, δεν εισάγουν διακρίσεις, είναι αναλογικές και σχετικές με την κατηγορία και τη φύση της οικείας λιμενικής υπηρεσίας». Προβάλλεται δε ότι η παραπάνω διάταξη (άρθρο 4 παρ. 4) του Κανονισμού και μάλιστα η αρχή της ίσης μεταχείρισης παραβιάζεται και με την επιβολή με την προσβαλλόμενη πράξη της απαίτησης της προηγούμενης εμπειρίας, σύμφωνα με την οποία ο ενδιαφερόμενος, κατά τη διάρκεια της τελευταίας πενταετίας, πρέπει να έχει εκτελέσει ή να εκτελεί αδιάλειπτα συμβάσεις παροχής συλλογής αποβλήτων και καταλοίπων φορτίου πλοίου σε λιμένες, οι οποίοι εμφανίζουν έκαστος, αντίστοιχη κίνηση με τον λιμένα της Ελευσίνας, και τούτο διότι η απαίτηση αυτή, έτσι όπως τίθεται, «φωτογραφίζει μια και μοναδική εταιρία, την Antipollution». Σύμφωνα όμως με τις διατάξεις του άρθρου 4 του Κανονισμού 2017/352 που έχουν παρατεθεί στη σκέψη 6, οι Οργανισμοί Λιμένος προκειμένου να διασφαλίσουν την προστασία του θαλασσίου περιβάλλοντος και την προσήκουσα και αδιάλειπτη παροχή της οικείας λιμενικής υπηρεσίας, διαθέτουν ευρεία διακριτική ευχέρεια κατά τη διαμόρφωση των ελάχιστων απαιτήσεων που αφορούν τα επαγγελματικά προσόντα του παρόχου και τον αναγκαίο για την παροχή της αντίστοιχης υπηρεσίας τεχνικό εξοπλισμό και συνεπώς, δύνανται να θέτουν αυξημένες απαιτήσεις εξοπλισμού σε σχέση με τις προβλεπόμενες στο αντίστοιχο σχέδιο παραλαβής και διαχείρισης αποβλήτων του Οργανισμού Λιμένα. Το σχέδιο παραλαβής αποβλήτων πλοίων της Ο.Λ.Ε. Α.Ε., το οποίο επικαλείται η αιτούσα εταιρία, έχει εκδοθεί βάσει του άρθρου 5 της ανωτέρω 8111.1/41/2009 κοινής υπουργικής απόφασης, το οποίο προβλέπει ότι «Για την παραλαβή και διαχείριση των αποβλήτων από τις … λιμενικές εγκαταστάσεις καταρτίζεται και εφαρμόζεται για κάθε λιμένα, κατάλληλο σχέδιο, με γνώμονα τις απαιτήσεις των άρθρων … του Παραρτήματος Ι …» (παρ. 1) και ότι τα σχέδια υποβάλλονται προς έγκριση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας, Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής, για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να υπερβαίνει τα τρία χρόνια (παρ. 3 και 4). Όπως δε έχει ήδη εκτεθεί, ο διαχειριστικός φορέας του λιμένα τηρώντας τις ρυθμίσεις του Κανονισμού δύναται να απαιτήσει από τους παρόχους τη συμμόρφωσή τους με ελάχιστες απαιτήσεις, οι οποίες μπορούν να αφορούν, μεταξύ άλλων, τα επαγγελματικά προσόντα του παρόχου και τον αναγκαίο για την παροχή της αντίστοιχης υπηρεσίας, εξοπλισμό. Με τις διατάξεις όμως αυτές δεν απαιτείται ως επιπλέον προϋπόθεση η πλήρης αντιστοιχία των ελαχίστων αυτών απαιτήσεων προς τις απαιτήσεις που προβλέπονται σε Σχέδια που έχουν καταρτισθεί κατά τα ανωτέρω από το διαχειριστικό φορέα του λιμένα. Αντιθέτως, τούτο ρητώς απαιτείται στον ίδιο Κανονισμό (άρθρο 6 παρ. 1 α) στην περίπτωση της θέσπισης περιορισμών στον αριθμό των παρόχων, όπου προβλέπεται ότι η σπανιότητα της παράκτιας ζώνης του λιμένα, μπορεί να αποτελέσει λόγο περιορισμού του αριθμού, εφόσον ο περιορισμός είναι σύμφωνος με τις αποφάσεις ή τα σχέδια του διαχειριστικού φορέα του λιμένα. Εν πάση περιπτώσει, το Σχέδιο το οποίο επικαλείται η αιτούσα (που είχε εγκριθεί με την 3122.3-1.2/41003/1.6.2018 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής) αντικαταστάθηκε (ήδη πριν από τη σύναψη των επίμαχων συμβάσεων μεταξύ της Ο.Λ.Ε. Α.Ε. και των παρεμβαινουσών εταιρειών), αφού έληξε η ισχύς του, από νέο Σχέδιο που εγκρίθηκε με την 122.3-1.2/52492/19.7.2021 απόφαση του ίδιου Υπουργού, στο οποίο προβλέπεται τεχνικός εξοπλισμός αυξημένος, αντίστοιχος προς τον οριζόμενο με την 352/29.12.2020 προσβαλλόμενη πράξη εξοπλισμό. Κατόπιν των ανωτέρω, οι ελάχιστες απαιτήσεις που τίθενται ως προς τον εξοπλισμό είναι σύμφωνες με τις διατάξεις του Κανονισμού και δεν παραβιάζουν τις αρχές της αναλογικότητας και της ίσης μεταχείρισης, είναι δε απορριπτέος ως αβάσιμος ο σχετικός λόγος με τον οποίο προβάλλονται τα αντίθετα. Κατά το μέρος δε που με τον ίδιο λόγο αμφισβητείται η ουσιαστική τεχνική κρίση της Ο.Λ.Ε. Α.Ε. ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος.

20. Eπειδή, η ελάχιστη απαίτηση που αφορά την προηγούμενη εμπειρία, σύμφωνα με την οποία ο υποψήφιος πάροχος, «κατά τη διάρκεια της τελευταίας πενταετίας, πρέπει να έχει εκτελέσει ή να εκτελεί αδιάλειπτα, συμβάσεις παροχής συλλογής αποβλήτων και καταλοίπων φορτίου πλοίου σε λιμένες, οι οποίοι εμφανίζουν έκαστος, αντίστοιχη κίνηση με τον λιμένα της Ελευσίνας», ναι μεν συνιστά περιορισμό του ελεύθερου ανταγωνισμού μεταξύ των παρόχων που επιθυμούν να δραστηριοποιηθούν στην επίμαχη λιμενική υπηρεσία, όμως ο περιορισμός αυτός παρίσταται εύλογος, αφού αναφέρεται σε λιμένες με κίνηση αντίστοιχη προς την κίνηση του λιμένα Ελευσίνας, ενόψει δε του μεγέθους και της σημασίας του λιμένα αυτού, ο εν λόγω περιορισμός δεν εμφανίζεται ως προδήλως δυσανάλογος σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό, ο όποιος συνίσταται στη διασφάλιση της προστασίας του θαλασσίου περιβάλλοντος και την προσήκουσα και αδιάλειπτη παροχή της οικείας λιμενικής υπηρεσίας. Συνεπώς, ο σχετικός λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

21. Επειδή, τέλος ζητείται από το Δικαστήριο, σε περίπτωση αμφιβολίας ως προς την ερμηνεία του Κανονισμού ΕΕ/2017/352, να αποστείλει σχετικό προδικαστικό ερώτημα στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσής (ΔΕΕ). Στο άρθρο 267 της Σ.Λ.Ε.Ε. (πρώην άρθρο 234 της ΣΕΚ) ορίζεται ότι: «Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφαίνεται με προδικαστικές αποφάσεις: α) επί της ερμηνείας των Συνθηκών, β) επί του κύρους και της ερμηνείας των πράξεων των θεσμικών ή λοιπών οργάνων ή οργανισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δικαστήριο κράτους μέλους ενώπιον του οποίου ανακύπτει τέτοιο ζήτημα, δύναται, αν κρίνει ότι η απόφαση επί του ζητήματος είναι αναγκαία για την έκδοση της δικής του απόφασης, να παραπέμψει το ζήτημα στο Δικαστήριο για να αποφανθεί επ’ αυτού. Δικαστήριο κράτους μέλους, ενώπιον του οποίου ανακύπτει τέτοιο ζήτημα σε εκκρεμή υπόθεση και του οποίου οι αποφάσεις δεν υπόκεινται σε ένδικα μέσα του εσωτερικού δικαίου, οφείλει να παραπέμψει το ζήτημα στο Δικαστήριο. …».

Εξειδίκευση των κριτηρίων CILFIT όσον αφορά τις περιπτώσεις στις οποίες τα εθνικά δικαστήρια τελευταίου βαθμού δικαιοδοσίας απαλλάσσονται από την υποχρέωση προδικαστικής παραπομπής

22. Επειδή, με την απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 6.10.2021 επί της υποθέσεως C-561/19, Consorzio Italian Management και Catania Multiservizi SpA κατά Rete Ferroviaria Italiana SpA, υιοθετήθηκαν και εξειδικεύτηκαν τα κριτήρια που είχαν διατυπωθεί με την απόφασή του της 6.10.1982 C-283/81, Srl CILFIT και Lanificio di Gavardo SpA κατά Ministero dellaSanità όσον αφορά τις περιπτώσεις στις οποίες τα εθνικά δικαστήρια τελευταίου βαθμού δικαιοδοσίας απαλλάσσονται από την υποχρέωση προδικαστικής παραπομπής (σκ. 33-36, 39-41, 47-50, 66 της εν λόγω αποφάσεως του Δ.Ε.Ε. Consorzio Italian Management). Ειδικότερα, κρίθηκε ότι τέτοια υποχρέωση δεν υφίσταται όταν i) το ανακύψαν ζήτημα δεν ασκεί επιρροή, ii) η επίμαχη διάταξη του δικαίου της Ένωσης έχει ήδη ερμηνευθεί από το Δικαστήριο, και iii) η ορθή ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης παρίσταται τόσο προφανής ώστε να μην καταλείπεται περιθώριο για καμία εύλογη αμφιβολία. Έγινε, επίσης, δεκτό με την ίδια απόφαση του Δ.Ε.Ε. της 6.10.2021 ότι: «[σκ. 48] … το γεγονός ότι μια διάταξη του δικαίου της Ένωσης επιδέχεται μία ή περισσότερες άλλες ερμηνείες δεν αρκεί για να θεωρηθεί ότι υφίσταται εύλογη αμφιβολία ως προς την ορθή ερμηνεία της διατάξεως αυτής, οσάκις καμία από τις άλλες αυτές ερμηνείες δεν φαίνεται να είναι αρκούντως πειστική για το οικείο εθνικό δικαστήριο, ιδίως υπό το πρίσμα του πλαισίου και του σκοπού της εν λόγω διατάξεως, καθώς και του κανονιστικού συστήματος στο οποίο αυτή εντάσσεται. [σκ. 49] Εντούτοις, οσάκις δικαστήριο τελευταίου βαθμού δικαιοδοσίας λαμβάνει γνώση της υπάρξεως αποκλίνουσας νομολογίας -μεταξύ δικαστηρίων του ίδιου κράτους μέλους ή μεταξύ δικαστηρίων διαφορετικών κρατών μελών- σχετικά με την ερμηνεία διατάξεως του δικαίου της Ένωσης έχουσας εφαρμογή στη διαφορά της κύριας δίκης, οφείλει να είναι ιδιαιτέρως προσεκτικό κατά την τυχόν εκτίμηση ότι δεν υφίσταται εύλογη αμφιβολία ως προς την ορθή ερμηνεία της επίμαχης διατάξεως του δικαίου της Ένωσης, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τον σκοπό της διαδικασίας προδικαστικής παραπομπής, ο οποίος συνίσταται στη διασφάλιση της ομοιόμορφης ερμηνείας του δικαίου της Ένωσης». Περαιτέρω, η ως άνω απόφαση του Δ.Ε.Ε. της 6.10.2021 απαιτεί σύμφωνα με το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα εθνικά δικαστήρια τελευταίου βαθμού να αιτιολογούν την απόφασή τους να μην υποβάλουν προδικαστικό ερώτημα στο Δ.Ε.Ε. (βλ. σκ. 51), ευθυγραμμιζόμενη με τη νομολογία του Ε.Δ.Δ.Α. το οποίο έχει θεμελιώσει τη σχετική υποχρέωση των εθνικών δικαστηρίων στα παρομοίου περιεχομένου άρθρα 6 και 13 της Ε.Σ.Δ.Α. (βλ. Ε.Δ.Δ.Α. της 14.3.2023, Γεωργίου κατά Ελλάδας, 57378/18, σκ. 22-23, Ε.Δ.Δ.Α. της 10.4.2012, Vergauwen και λοιποί κατά Βελγίου, 4832/04, σκ. 89-90).

23. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, ενόψει των εκτεθέντων ανωτέρω στις σκέψεις 7 και 9, το Συμβούλιο της Επικρατείας κρίνει ομοφώνως ότι δεν καταλείπεται καμία εύλογη αμφιβολία ως προς την ερμηνεία του ως άνω Κανονισμού. Συνεπώς, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν συντρέχει λόγος υποβολής σχετικού προδικαστικού ερωτήματος στο Δ.Ε.Ε., όπως αβασίμως προβάλλεται με την κρινόμενη αίτηση.

24. Επειδή, κατόπιν αυτών η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολο της και να γίνουν δεκτές οι ασκηθείσες παρεμβάσεις.

Δ ι ά τ α ύ τ α

Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση.

Δέχεται τις ασκηθείσες παρεμβάσεις των εταιρειών «A…» και «H. …».

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 29 Ιουνίου και στις 7 Δεκεμβρίου 2023 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 28ης Μαΐου 2024.

Για να κάνουμε την εμπειρία πλοήγησής σου καλύτερη, χρησιμοποιούμε cookies. περισσότερα

Για να σας παρέχουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία πλοήγησης στη σελίδα μας χρησιμοποιούμε cookies. Αν συνεχίσετε να πλοηγείστε στην ιστοσελίδα μας χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις σας για τα cookies, ή πατήσετε στο κουμπί "Αποδοχή" παρακάτω, σημαίνει πως δίνετε τη συναίνεσή σας για αυτό.

Κλείσιμο